ΚΑΤΑ τήν ἐλεύθερη περίοδο τοῦ ἐθνικοῦ μας βίου, πού συμπίπτει μέ τήν ἵδρυση (±1830) καί πορεία τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους, γεννᾶται καί διαμορφώνεται ἡ καλλιεργούμενη, στούς κύκλους πολιτικῶν καί διανοουμένων κυρίως, (δῆθεν) ἀντίθεση Ἑλληνισμοῦ καί Ὀρθοδοξίας. Ὁ Στρατηγός Ἰωάννης Μακρυγιάννης προσφέρει σαφῆ μαρτυρία Ἑλληνορθοδόξου φρονήματος.
* * *
1. Οἱ ἐπιχειρούμενες συνήθως προσεγγίσεις τοῦ προσώπου καὶ τοῦ ἔργου τοῦ Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη ἀπὸ τοὺς κάθε εἴδους ἐρευνητές του (ἱστορικούς, πολιτειολόγους, κοινωνιολόγους, φιλοσόφους κ.λπ.) διακρίνονται γιὰ τὴν ἀντιφατικότητά τους. Γιατί ποικίλλουν οἱ ἀφε- τηριακὲς ἰδεολογικὲς τοποθετήσεις τῶν ἐρευνητῶν καὶ κάθε φορὰ Μακρυγιάννης θεωρεῖται μέσα ἀπὸ διαφορετικὸ ἰδεολογικὸ πρίσμα. Καὶ εἶναι γεγονὸς ὅτι ἔχει ἐπανειλημμένα δεινοπαθήσει, διότι δὲν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι ποὺ ἐπιχειροῦν νὰ «χρησιμοποιήσουν» τὰ κείμενα τοῦ Μακρυγιάννη, γιὰ νὰ στηρίξουν –καὶ σ’ αὐτόν– τὸ ἰδεολογικό τους «πιστεύω».
Τὸ φοβερότερο σ’αὐτὲς τὶς περιπτώσεις εἶναι ὁ τεμαχισμὸς τοῦ Μακρυγιάννη, ὅταν λείπουν τὰ κατάλληλα κλειδιὰ ἑρμηνείας του, καὶ τὰ ὁποῖα πρέπει νὰ ἀναζητηθοῦν στὰ ἴδια τὰ κείμενά του. Γι’ αὐτὸ προκύπτει ὁ Μακρυγιάννης τῶν συντηρητικῶν, ὁ Μακρυγιάννης τῶν προοδευτικῶν καὶ ἐνίοτε καὶ ἕνας «τρελλός» Μακρυγιάννης, ὅλων ἐκείνων ποὺ θέλουν νὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὴν ἐνοχλητικὴ «θρησκοληψία» του, δηλαδὴ τὴ ρωμαίϊκη εὐσέβειά του.
Χωρὶς νὰ διεκδικῶ τὸ ἀλάθητο, πιστεύω ἀμετακίνητα ὅτι στὸν Μακρυγιάννη διακρίνουμε μιάν ἑνιαία στάση ζωῆς σὲ μία ἀδιατάρακτη διαχρονία. Ἔτσι, οἱ διακριβώσεις καὶ τοποθετήσεις του στὴ σύγχρονή του πραγματικότητα μπο- ροῦν –καὶ πρέπει– νὰ ἐλέγχονται ἐπιστημονικά, καὶ εἶναι εὔλογο νὰ διαπιστώνονται ἐνίοτε ἀδυναμίες καὶ ἀστοχίες ἢ ἀνεπάρκειες, ποτὲ ὅμως ἠθελημένες παραποιήσεις καὶ διαστρεβλώσεις. Ὅλα αὐτὰ εἶναι φυσικὰ καὶ νόμιμα, διότι ὁ Στρατηγὸς ἔχει τὸ δικό του ἑρμηνευτικὸ πρίσμα. Ἡ προσωπικότητά του ὅμως μένει ἑνιαία καὶ σταθερὰ προσανατολισμένη στὴν παράδοση τοῦ Γένους καὶ σύνολη τὴν ἰδεολογία του.
Πατρίς-Θρησκεία
2. Ὁ ἰδεολογικὸς κόσμος τοῦ Μακρυγιάννη συνοψίζεται καὶ ἐκφράζεται μὲ δύο παράλληλες ἔννοιες, ποὺ σ’ ὅλο τὸ ἔργο του συνυπάρχουν ἀδιαίρετα, τὴν Πατρίδα καὶ τὴ Θρησκεία. Οἱ δύο αὐτὲς θεμελιακὲς ἔννοιες εἶναι ἡ συνισταμένη τῆς ὑποστάσεώς του, ὅπως καὶ κάθε Ρωμηοῦ (Ἑλληνορθοδόξου). Γιὰ τὸν Μακρυγιάννη, καὶ τὸν ἄνθρωπο ποὺ αὐτὸς νοεῖ ὡς Ἕλληνα, πατρίδα καὶ θρησκεία «εἶναι τὸ πᾶν». Αὐτὸ σημαίνει πὼς δὲν ἀποτελοῦν δύο ἀπὸ τὰ διάφορα στοιχεῖα τῆς ἑλληνικῆς ταυτότητας, ἀλλὰ τὴν ἴδια τὴν ταυτότητα καὶ ὕπαρξη τοῦ Ρωμηοῦ. Ποιὸ εἶναι ὅμως τὸ ἰδεολογικὸ φορτίο τῶν ἐννοιῶν αὐτῶν στὴ συνείδηση τοῦ Μακρυγιάννη.
Θρησκεία: Εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία, ἡ «ἐνυπόστατος πίστις» τῶν Πατέρων καὶ Ἁγίων τοῦ Γένους μὲ ὅλες τὶς ἡσυχαστικὲς πρακτικές της (ἄσκηση-μετάνοια- πνευματικὸ ἀγώνα γιὰ σωτηρία/θέωση). Εἶναι ἡ παράδοση τοῦ εὐσεβοῦς ἑλληνικοῦ λαοῦ. Οἱ ἐκκλησίες καὶ τὰ μοναστήρια εἶναι οἱ χῶροι πραγματώσεως τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ συνάμα διαμορφώσεως τοῦ ἀνθρώπου τοῦ Μακρυγιάννη, τοῦ «χριστιανοῦ ρωμηοῦ», ὅπως θἄλεγε ὁ φαναριώτης λόγιος τοῦ διαφωτισμοῦ, Δημητράκης Καταρτζῆς. Ἕνα ἰδιαίτερο χαρακτηριστικό τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης τοῦ Μακρυγιάννη εἶναι ἡ ἀνεξιθρησκία του. Αἴτημά του ἀμετακίνητο εἶναι, κάθε ἄνθρωπος νὰ μπορεῖ ἐλεύθερα νὰ λατρεύει τὸν Θεὸ σύμφωνα μὲ τὴ θρησκεία του. Ἕνα αἴτημα, ποὺ σκανδαλίζει τοὺς συντηρητικοὺς τῆς θρησκείας καὶ παρασύρει σὲ παρερμηνεῖες ὅσους ἀπορρίπτουν τὸ θρησκευτικὸ κλίμα τοῦ Στρατηγοῦ. Ὡς πατερικὰ ὅμως ὀρθόδοξος ὁ Μακρυγιάννης δέχεται τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἀνεχθεῖ τὴν ὁποι- αδήποτε ἀναίρεσή της. Ἡ θρησκεία γι’ αὐτὸν δὲν εἶναι μία (ἐπι- βαλλόμενη) ἰδεολογία, ἀλλὰ ἐνέργεια ἐλευθερίας, ἐλεύθερη δηλαδή προσωπική ἐπιλογή. Εἴ τις θέλει…
Ἀντιμάχεται τήν αἵρεσιν
Ἐνῷ ὅμως εἶναι τόσο θετικὸς καὶ ἀνοικτὸς στὴ θρησκευτικὴ ἐλευθερία, μὲ ἀνυποχώρητο πάθος ἀντιμάχεται τὴν αἵρεση, τὴ νόθευση τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης, ἡ ὁποία εἶναι τὸ πρωταρχικὸ συστατικό τῆς συνειδήσεως τοῦ Γένους. Δὲν μπορεῖ νὰ ἀνεχθεῖ τὸν «ἀρχίθρησκο» (ἱδρυτὴ ἄλλης θρησκείας) Καΐρη, ὅπως καὶ ἐκείνους τοὺς Ἕλληνες, ποὺ ὑποδουλώνουν τὸ φρόνημά τους στὴν ἑτεροδοξία τῶν δυτικῶν μισσιοναρίων (σήμερα θὰ λέγαμε: στὴν ἀθεΐα τοῦ δυτικοῦ ἢ ἀνατολικοῦ ἰμπεριαλισμοῦ). Ὅλοι αὐτοὶ γιὰ τὸν Μακρυγιάννη εἶναι αὐτόχρημα ἐχθροί τοῦ Γένους. Ἡ θρησκεία σώζει τὸν ἑλληνορθόδοξο πολιτισμὸ ὡς τρόπο ζωῆς καὶ διαφοροποιεῖ τὸ Γένος ἀπὸ τὴ Φραγκιὰ καὶ τὴν Τουρκιά.
Ἡ Πατρίδα τοῦ Μακρυγιάννη εἶναι ὁ χῶρος πραγμάτωσης τῆς θρησκείας του, τῆς Ὀρθοδοξίας. Καὶ γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ εἶναι ἐλεύθερη. Γιὰ νὰ αὐτοπραγματώνεται ὁ ὀρθόδοξος Ἕλλην καὶ ὁ πολιτισμός του. Ἡ πατρίδα μόνο ὡς κοινωνία δικαιοσύνης, ἰσοτιμίας καὶ (ρωμαίικης) δημοκρατίας μπορεῖ νὰ νοηθεῖ. Καὶ αὐτὸ εἶναι δυνατὸ μέσα στὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ. «Χωρὶς ἀρετὴ καὶ θρησκεία δὲν σχηματίζεται κοινωνία, οὔτε βασίλειον» (Ἀπομνημονεύματα). Ἂν ἡ ἑλληνικὴ πατρίδα ἀποδεσμευθεῖ ἀπὸ τὴν παραδοσιακὴ θρησκεία, ἀλλοτριώνεται. Ὁ στόχος ὅλων τῶν ἐθνικῶν ἀγώνων εἶναι «νὰ ἐλευθερωθῆ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ ἡ πατρική μας γῆ καὶ νὰ δοξασθῆ τ’ ὄνομά Του καὶ νὰ λαμπρυνθῆ ὁ σταυρὸς τῆς ὀρθοδοξίας» (Ἀπομν.). Αὐτὸ εἶναι τὸ πλαίσιο, στὸ ὁποῖο κινεῖται ὁ μεγαλοϊδεατισμὸς τοῦ Μακρυγιάννη, ποὺ εἶναι καθαρὰ ρωμαίικος.Ἀμετακίνητος πόλος εἶναι ἡ Πόλη καὶ μαζί της ἡ Ρωμηοσύνη, ἡ οἰκουμενικότητα τῆς ἑλληνορθόδοξης Ρωμανίας.
Θά ἔλεγε τά ἴδια ἀκριβῶς καί σήμερα
Μιλώντας γιὰ τὴν Πατρίδα ὁ Μακρυγιάννης ἐκστασιάζεται, γίνεται λυρικὸς καὶ γεμίζουν δάκρυα τὰ μάτια καὶ ἡ καρδιά του: «Ἄχ, πατρίδα μου, δὲ θὰ σ’ ἀφήσουν ζωντανή…καὶ κιντυνεύεις…εἶσαι ἐς τὸν γκρεμὸν νὰ τζακιστῆς, νὰ χαθῆς…», «Καημένη πατρίδα, δὲν θὰ σωθοῦνε τὰ δεινά σου… καὶ εἶμαι δυστυχής, καὶ κλαίγω καὶ τὴν δυστυχισμένη μου πατρίδα» (Ἀπομν.). Εἶναι ὁρκισμένος «πατριδοφύλακας» – καὶ αὐτὸ τοῦ τὸ ἀναγνωρίζουν ὅλοι. Ἄν ζοῦσε σήμερα τά ἴδια θά ἔλεγε.
3. Ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ κριτικὴ ἀποστασιοποίηση καὶ ἡ ἀνελέητη πολεμική τοῦ Μακρυγιάννη γιὰ διάφορα ὑπεροχικὰ πρόσωπα. Πολεμεῖ τὸν βασιλέα Ὄθωνα, ὄχι ὅμως γιατί ὑποτάσσεται σὲ κάποια δυτικὴ ἔννοια δημοκρατίας – φραντσέζικου λ.χ. τύπου. Ἡ δημοκρατία τοῦ Μακρυγιάννη εἶναι ρωμαίικη καὶ διασφαλίζεται μέσα στὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα ὡς ἰσοτιμία καὶ ὁμοτιμία, ὡς πιστότητα ἀρχόντων καὶ ἀρχομένων στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὡς ἐν Χριστῷ ἑνότητα καὶ ἀγαπητικὴ ἀλληλοπεριχώρηση τῶν προσώπων. Γιὰ τὶς ξενόφερτες ἔννοιες δημοκρατίας θὰ πεῖ: «αὐτὸ τὸ σύστημα τῆς δημοκρατίας δὲν τὸ θέλομεν οἱ τίμιοι ἄνθρωποι» (Ἀπομν.). Πολεμεῖ τὸν Ὄθωνα, ὅταν συντρέχει στὴν ἀλλοίωση τῆς παράδοσης. Ἐδῶ ἐντάσσεται ἡ μάχη του στὴ Βουλὴ γιὰ τὸ ἄρθρο 40 τοῦ Συντάγματος (αἴτημα ὀρθοδόξου διαδόχου). Τὸ ἴδιο μένει ἔξω ἀπὸ κάθε μισαλλοδοξία καὶ ἔχει τὰ ἴδια κίνητρα ἡ ἀντίθεσή του ἀπέναντι στὸν «παπιστὴ» Κωλέττη καὶ τοὺς δυτικόφρονες, μὲ πρῶτο τὸν Καΐρη, γιατί ὡς ἡγεσία (πολιτικὴ καὶ πνευματικὴ) ἀλλοιώνουν αὐτὴ τὴ σχέση πατρίδας καὶ θρησκείας καὶ ἀλλάζουν τὸ ρωμαίικο. Μὲ τὴ δράση τους διακόπτεται ἡ συνέχεια τοῦ Γένους. Ὅλος ὁ ἀγώνας τοῦ Μακρυγιάννη ἑστιαζόταν στὴν προσπάθεια νὰ ἐμποδίσει αὐτὴ τὴν ἀλλοτριωτικὴ διαδικασία, ποὺ ἐντάθηκε μὲ τὴν ἵδρυση τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους. Γι’ αὐτὸ χύνει «καυτερὰ δάκρυα», βλέποντας τὸν Κίννη (King) καὶ τοὺς ἀγγλοαμερικανοὺς μισσιοναρίους νὰ θέλουν νὰ διαστρέψουν τὸν Ἕλληνα καὶ νὰ τὸν ἐξευρωπαΐσουν.
Τόν ἐνδιέφερε ἡ ζωή τῆς Ὀρθοδοξίας –ἡ σωτηρία τοῦ Γένους
Ἡ ἀγωνία τοῦ Μακρυγιάννη ἦταν νὰ περιφρουρήσει τὴ ζωὴ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ νὰ σώσει τὴ συνέχεια τοῦ Γένους. Εἶχε δὲ καθαρὴ συνείδηση τῆς συνέχειας τοῦ ἑλληνισμοῦ. Καὶ εἶναι στὸ σημεῖο αὐτὸ ποὺ συχνὰ παρεξηγεῖται. Ἀναφέρεται λ.χ. στοὺς ἀρχαίους, στὸ Λυκοῦργο, τὸ Σωκράτη, τὸν Πλάτωνα… Δὲν εἶναι ὅμως οὔτε οὐτοπικὸς ἀρχαιολάτρης, οὔτε ἀγνοεῖ τὴ θέση αὐτῶν τῶν ὀνομάτων στὴν ἱστορία μας. Ὁπωσδήποτε θὰ εἶχε δεῖ καὶ αὐτὸς ἀρχαίους σοφοὺς σὲ νάρθηκες Ἐκκλησιῶν μας. Τοὺς ἐπικαλεῖται, γιατί τοὺς θεωρεῖ συνεχῶς ζωντανούς, ὡς μάρτυρες τῆς συνέχειας τῆς πατρώας εὐσέβειας ποὺ ἀπειλεῖται στὶς ἡμέρες του. Τοὺς καλεῖ νὰ ἐλέγξουν τοὺς ἀπογόνους τους, ποὺ κινδυνεύουν νὰ χωρισθοῦν ἀπὸ τὴν ἀλήθεια ποὺ ἐκεῖνοι πόθησαν νὰ γνωρίσουν.
Ὁράματα καί θάματα
4. Οἱ δύο αὐτοὶ πόλοι –Πατρίδα καὶ Θρησκεία- συνθέτουν μιάν ἑνότητα ζωῆς. Ὁ κόσμος τοῦ Μακρυγιάννη δὲν εἶναι μιά δική του ἰδιορρυθμία. Εἶναι ὁ κόσμος τῆς πλατιᾶς λαϊκῆς βάσης στὴν πλειονότητά της. Καὶ τοῦτο φαίνεται ἀπὸ τὰ πρόσωπα, ποὺ σχετίζονται μαζί του. Μόνο οἱ μεγαλοαστοὶ, οἱ πολιτικοί καὶ οἱ διανοούμενοι εἶχαν ἤδη ἀρκετὰ ἀποστασιοποιηθεῖ καὶ ὑποταχθεῖ στὴν Εὐρώπη. Τὸ κλίμα, στὸ ὁποῖο αὐτὸς ζεῖ, εἶναι τὸ ἑνιαῖο πλαίσιο τῶν λαϊκῶν νοοτροπιῶν καὶ πρακτικῶν, ποὺ διέσωζε ἀκόμη τὴ συνέχειά του. Μία συνέχεια ποὺ θὰ ἐκταθεῖ μέχρι τὸν Παπαδιαμάντη καὶ τὸ δικό του κύκλο. Τὸ παρελθὸν μέσα σ’ αὐτὸ τὸ κλίμα ζοῦσε ὡς παρόν, ζωντανὸ καὶ πολυδύναμο. Γι’ αὐτὸ ἡ συγχρονία κρίνεται μὲ τὰ παραμόνιμα καὶ ἀμετάβλητα ὀρθόδοξα κριτήρια.
Νὰ γιατί μιλήσαμε γιὰ ἑνότητα προσώπου στὸ Μακρυγιάννη. Ὁ Μακρυγιάννης μένει πάντα ὁ ἴδιος. Ἂν εἶναι «τρελλὸς» στὰ «Ὁράματα καὶ θάματα», εἶναι τρελλὸς» καὶ στὰ «Ἀπομνημονεύματα». Ἀπὸ ἐκεῖ ἄλλωστε προέρχεται μεγάλο μέρος τοῦ πρώτου βιβλίου. Ὁ Μακρυγιάννης τῶν Ὁραμάτων εἶναι καὶ ὁ Μακρυγιάννης τῶν Ἀπομνημονευμάτων. Εἶναι τὸ ἴδιο ἑνιαῖο καὶ ἀδιάτμητο πρόσωπο. Δύο ὄψεις ἀλληλοσυμπληρούμενες τῆς ἴδιας κοινωνικῆς καὶ πολιτισμικῆς διάρκειας. Ὅταν θεωροῦνται ἀποσπασματικὰ ἢ ἀπομονώνονται κάποιες ὄψεις του, τότε χάνεται ὁ ὅλος Μακρυγιάννης καὶ προβάλλεται ἕνας νόθος- ἀνύπαρκτος – Μακρυγιάννης. Μία καρικατούρα, ποὺ ἐμεῖς ἔχουμε φτιάξει.
5. Ἡ ἑνότητα αὐτὴ Πατρίδας καὶ Θρησκείας, στὴ ρωμαίικη ἐκδοχή της, ἀναδύεται δυναμικὰ ἰδιαίτερα στὸ βιβλίο του, τὰ «Ὁράματα καὶ θάματα». Τὸ βιβλίο αὐτὸ συνδέεται ἄμεσα μὲ τοὺς εὐρύτερους μεγα- λοϊδεατικοὺς ὁραματισμούς του. Μία νέα ἀνάγνωσή του μὲ ὁδήγησε ἐνωρίς σὲ ὁρισμένα συμπεράσματα, ποὺ δίνουν κάποιο κλειδὶ γιὰ μία ἄμεση ἑρμηνευτικὴ προσέγγισή τους, ποὺ παρὰ τὶς ὁποιεσδήποτε ἀντιρρήσεις – ποὺ ὁπωσδήποτε θὰ ὑπάρχουν – ἐπιβεβαιώνουν ὅσα εἰπώθηκαν παραπάνω. Στὰ «Ο-Θ» διαπιστώνει κανείς, ὅτι:
α) Τὸ θρησκευτικονηπτικὸ στοιχεῖο συνδέεται ἄμεσα μὲ τὴν πολιτικὴ σκοπιμότητα καὶ τὸν πατριωτισμό.
β) Ἐκφράζεται ἕνας ὑπέροχος πολιτικὸς ὁραματισμὸς τοῦ Μα- κρυγιάννη, ποὺ τελεῖ ὑπὸ τὴν ἔμπνευση τῶν λαϊκῶν χρησμολογιῶν τῆς ἐποχῆς καὶ δίνει μίαν ἄλλη πολὺ προσωπικὴ διάσταση στὴν ἰδεολογία τοῦ ἁγνοῦ Στρατηγοῦ.
Στὴ συνάφεια ὅμως αὐτὴ εἶναι ἀναγκαία μία διευκρίνιση. Σ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς δουλείας ἡ συνείδηση τοῦ Γένους ἀρδεύεται μὲ χρησμολογικὰ καὶ ἀποκαλυπτικὰ κείμενα, ποὺ μιλοῦν γιὰ τὴν ἱστορική του πορεία καὶ τὸ μέλλον του. Αὐτὸ συνεχίζεται ἐντονότερα τὸ 19ο αἰώνα, ποὺ οἱ ἱστορικὲς συγκυρίες ἐπιταχύνονται. Τὰ κείμενα αὐτά, θρησκευτικὰ στὴν ἀρχή, παίρνουν μετὰ καθαρὸ πολιτικὸ χαρακτήρα καὶ ἐκφράζουν μία συγκεκριμένη πολιτικὴ ἰδεολογία: ἐπικείμενη πτώ- ση τοῦ Ἰσλάμ, ἀνάγκη πνευματικῆς ἀνανέωσης τῶν Χριστιανῶν καὶ ἐξαγγελία ἀναστάσεως τοῦ Χριστιανικοῦ (ὀρθοδόξου) βασιλείου, δηλαδὴ τοῦ «ρωμαίικου». Σ’ ὅλο αὐτὸ τὸ προφητικὸ πλέγμα κυριαρχεῖ μιά μορφή: ὁ θρυλικὸς βασιλέας Ἰωάννης, πρόσωπο μεσσιανικό, μὲ δραστηριότητες ὅμως ἐνδοκοσμικοῦ χαρακτήρα. Θὰ ἀναστήσει τὸ ρωμαίικο, μὲ κέντρο τὴν Πόλη.Πόσο ἡ μορφὴ αὐτὴ ἠλέκτριζε τὶς συνειδήσεις φαίνεται ἀπὸ τὴν ἀπόπειρα ταυτίσεώς του μὲ διάφορα ἡγετικὰ πρόσωπα, ὅπως λ.χ. τὸν Ἰωάννη Καποδίστρια. Σημαντικὸ κείμενο στὴν ἴδια κατεύθυνση ἦταν καὶ ἡ γνωστὴ προφητεία τοῦ Ἀγαθαγγέλου, ποὺ ἀνατυπώθηκε ἀρκετὲς φορὲς στὰ μέσα τοῦ 19ου αἰώνα. Ὅλες οἱ ἀναμενόμενες σημαντικὲς πολιτικὲς ἐξελίξεις τοποθετοῦνται ἀπὸ τὸν «Ἀγαθάγγελο» στὴ δεκαετία τοῦ 1850καὶ ἰδιαίτερα στὰ πέντε πρῶτα χρόνια, χῶρο στὸν ὁποῖο κινοῦνται καὶ τὰ Ο-Θ. Ἰδιαίτερα τὸ 1853 ἀναμενόταν τὸ τέλος τῆς ὀθωμανικῆς κυριαρχίας.
Πατριωτική αὐτοέξαρσις
Σ’ αὐτὸ τὸ ἰδεολογικὸ πλαίσιο, ζυμωμένο ἀπὸ τὴ συνείδηση τοῦ Γένους, ζεῖ καὶ κινεῖται καὶ ὁ Στρατηγὸς Μακρυγιάννης. Τοῦτο φαίνεται ἰδιαίτερα στὸ τρίτο καὶ τελευταῖο μέρος τῶν Ο-Θ, ποὺ περιέχει μία σειρὰ προσωπικῶν ὁραμάτων καὶ ὀνείρων τοῦ Στρατηγοῦ. Πρόκειται γιὰ ἔλλογη καταγραφὴ ἐκ τῶν ὑστέρων πραγματικῶν ὁραμάτων καὶ ὀνείρων του, ποὺ δὲν ἐξετάζουμε ἐδῶ τὴ φύση τους, ἂν εἶχαν δηλαδὴ πνευματικὰ (θεϊκὰ) ἢ ψυχοπαθολογικὰ αἴτια. Γεγονὸς εἶναι ὅτι καταγράφονται ἐκ τῶν ὑστέρωνκαὶ ἐναρμονίζονται μὲ τοὺς ἐθνικοὺς ὁραματισμοὺς τοῦ Μακρυγιάννη. Ἡ συνείδησή του στὴν καταγραφή τους λειτουργεῖ ὁπωσδήποτε συμπληρωματικὰ καὶ ἴσως καὶ κατασκευαστικά. Πέρα ἀπὸ ὅσα βλέπει προβάλλει τὴν ἀγωνία του, καὶ τὶς προσδοκίες του καὶ τὰ κυριαρχικὰ στοιχεῖα τῆς συνείδησής του. Ὁ Μακρυγιάννης – ἐνισχυόμενος καὶ ἀπὸ τὸ περιβάλλον του, ποὺ τὸν ἔβλεπε ὡς ἐθνικὸ σωτήρα – πίστευσε σὲ μία στιγμή, ὅτι ἐκαλεῖτο ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ διαδραματίσει κάποιον «ὑπερεκλεκτὸ ρόλο». Στὰ Ο-Θ φαίνεται αὐτὴ ἡ βεβαιότητα γιὰ ἐκπλήρωση τῶν χρησμολογιῶν, ἀποκατάσταση τοῦ Γένους καὶ ἀνάδειξή του σὲ ἐκλεκτὸ ἡγέτη του. Ταυτίζει ἔτσι τὸν ἑαυτό του μὲ τὸν ἐσχατολογικὸ βασιλέα Ἰωάννη. Δὲν πρόκειται ὅμως γιὰ κάποια ἐγωπαθολογικὴ ἔπαρση, ἀλλὰ γιὰ πατριωτικὴ αὐτοέξαρση. Γιατί αὐτό, ποὺ τελικὰ ὑπερισχύει, δὲν εἶναι ἡ ἀτομικὴ δόξα, ἀλλὰ ἡ ἐν Χριστῷ δόξα τῆς Πατρίδος.
Ἔτσι ἐξηγεῖται καὶ τὸ ἀπότομο τέλος τῶν Ο-Θ. Τὸ γράψιμό τους σταμάτησε στὶς 24 Μαρτίου 1852, γιατί τὴν ἑπομένη περίμενε τὴν ἐπαλήθευση τῶν ὁραμάτων καὶ ὀνείρων του, καὶ κυρίως τὴν πτώση τοῦ Ὄθωνα. Τὰ Ο-Θ γράφτηκαν, γιὰ νὰ διαβασθοῦν μετὰ τὰ γεγονότα. Περιέχουν τὴ δικαιολόγηση καὶ ἄνωθεν ἐπιβεβαίωση τῆς θριαμβικῆς πορείας ποὺ ἀνέμενε ὁ Μακρυγιάννης, ὁ ὁποῖος, ἔτσι, μεριμνᾶ γιὰ τὴν ὑστεροφημία του. Βέβαια τὰ ὅσα εἶδε δὲν πραγματοποιήθηκαν. Δὲν ἔπαιξε ποτὲ τὸν ἀναμενόμενο ρόλο. Προέβλεψε ὅμως τὴν πτώση τοῦ Ὄθωνα, τὴν ἱστορική του κρίση. Στὰ 1862 (12 Ὀκτωβρίου), κατὰ τὴν ἐπανάσταση, ὁ γιὸς τοῦ Στρατηγοῦ Ὄθωνας, ἀναδεκτὸς καὶ ὁμώνυμος τοῦ Βασιλέα, πῆρε ἀπὸ τὸ θρυμματισμένο βασιλικὸ θρόνο τὸ στέμμα καὶ τὸ κατέθεσε στὰ πόδια τοῦ πατέρα του, ἐνῶ ὁ λαὸς τὸν σήκωσε στοὺς ὤμους καὶ τὸν περιέφερε θριαμβευτικὰ στὴν Ἀθήνα. Οὐσιαστικὰ βασιλέας τῆς Ἑλλάδος, ἔστω καὶ γιὰ τὶς λίγες ἐκεῖνες στιγμές, ἦταν ὁ Μακρυγιάννης… Τὰ Ο-Θ δείχνουν τὰ μέτρα τῆς φιλοπατρίας τοῦ Στρατηγοῦ καὶ ὁριοθετοῦν τὸ θρησκευτικὸ ὀρθόδοξο ὑπόστρωμά της.
Τὸ συμπέρασμά μας: Ὁ Μακρυγιάννης σ’ ὅλες του τὶς διαστάσεις μένει μάρτυρας τῆς παράδοσης τοῦ Γένους, σὲ μία κοσμογονικὴ καμπὴ τῆς πορείας του. Ὁ ἕνας, ἀδιάτμητος καὶ ἑνιαῖος Μακρυγιάννης, ἀνήκει σ’ ὅλο τὸ Γένος καὶ μόνο σ’ αὐτό. Καμιὰ μερίδα δὲν ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ τὸν ἰδιοποιηθεῖ, γιατί κάθε μέρος ἀνήκει στὸ ὅλο, στὴν καθολικότητα, ποὺ ἐνσάρκωσε ὁ μεγάλος αὐτὸς Ρουμελιώτης, δηλαδὴ Ρωμηός.
* * *
Μέ τά δύο κείμενά του ὁ Μακρυγιάννης δείχνει τήν ἀναγκαία στάση τοῦ Ρωμηοῦ-Ἑλληνορθοδόξου, καί τότε καί σήμερα, στούς ξένους καί στούς ξενόδουλους δικούς μας, πού σκέπτονται καί ἐνεργοῦν ὡς ξένοι στήν Ἑλλάδα καί ὄχι ὡς Ἕλληνες, καί μάλιστα ὀρθόδοξοι. Τήν Ὀρθοδοξία, ποῦ νά τήν μάθουν; Στά ἀμερικανικά κολλέγια καί Πανεπιστήμια ἤ στή Λέσχη Bilderberg;
Ζοῦμε παράλληλες καταστάσεις μέ ἐκεῖνες τῆς ἐποχῆς τοῦ Μακρυγιάννη. Ἡ οὐσία δέν ἀλλάζει, μόνο λίγο τό πλαίσιο. Ἡ ἀναμενόμενη ἀπό τόν Στρατηγό καί τούς ὁμοψύχους του ἀνάσταση ἀποδείχθηκε χιμαιρική, διότι δέν ἐτοποθετεῖτο ὀρθά. Περίμεναν Ἡγέτη, ὁ ὁποῖος ὅμως, καί τότε καί σήμερα, ἄν δέν δηλώσει ὑποταγή στούς ὅποιους Ξένους, δέν εἶναι δυνατόν νά κυ- βερνήσει! (Πρβλ. τόν τρίτο πειρασμό τοῦ Χριστοῦ μας, Ματθ. 4, 8-9). Ἡ Χώρα μας ἀπό τότε εἶναι μόνιμα προτεκτοράτο τῶν Φράγκων καί σέ νέα τουρκοκρατία, κατά τόν Μάνο Χατζηδάκη, αἰωνία του ἡ μνήμη! Τό «Μή πεποίθατε ἐπ᾽ ἄρχοντας» (Ψαλμ. 145,3) ἰσχύει μόνιμα. Ὁ Μακρυγιάννης πρέπει νά συνειδητοποίησε, ὅτι ἡ μόνη ἀνάσταση τοῦ Ἔθνους μόνο ὡς ἀναβίωση τῆς στάσης μας στήν Δουλεία μπορεῖ νά εἶναι δυνατή. Ἐπανεύρεση τοῦ πατερικοῦ μας φρονήματος καί ἀνάπτυξη τῆς ζωῆς μας, ἀτομικῆς καί συλλογικῆς στούς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας ὡς σώματος καί ὄχι ἁπλῶς Ἡγεσίας. Ἡ λατρεία καί ἡ κοινότητα, ὡς ἐνορία, μένει πάντα ἡ κιβωτός τῆς σωτηρίας μας.
Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ
Από την εφημερίδα «Ορθόδοξος Τύπος», 25/10/2013
Διαβάστηκε 118 φορές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου