Που λέχθηκε τη Μεγάλη Εβδομάδα, στην οποία διδάσκεται για ποιο λόγο
ονομάζεται Μεγάλη Εβδομάδα, στο ρητό, «Ψάλλε, ψυχή μου, ύμνους
δοξολογίας στον Κύριο», και στο δεσμοφύλακα για τον οποίο ομιλούν οι
Πράξεις».
1.
Διανύσαμε το ταξίδι της νηστείας και με τη χάρη του Θεού φθάσαμε πλέον
στο λιμάνι· όμως ας μη δείχνομε αδιαφορία γι' αυτό, επειδή δηλαδή
φθάσαμε στο λιμάνι, αλλά γι' αυτό προ πάντων να δείχνομε μεγαλύτερη
φροντίδα, επειδή φθάσαμε στο τέρμα.
Διότι το ίδιο κάνουν και οι κυβερνήτες των πλοίων όταν φθάνει η στιγμή, κατά την οποία πρόκειται να οδηγήσουν μέσα στο λιμάνι το μεγάλο φορτηγό πλοίο, που είναι γεμάτο από σιτάρι και το φορτίο φθάνει μέχρι την κορυφή του, κυριεύονται από αγωνία και φόβο, μη τυχόν το πλοίο, μετά από τα μεγάλα πελάγη που διέπλευσε, προσκρούσει σε κάποιο βράχο και καταβυθισθεί έτσι όλο το εμπόρευμα. Κατά τον ίδιο τρόπο πρέπει και εμείς να φοβόμαστε και να είμαστε γεμάτοι από αγωνία, μήπως και στερηθούμε στο τέλος την αμοιβή των κόπων μας. Γι' αυτό πρέπει ν' αυξήσομε την προσπάθεια. Το ίδιο κάνουν και οι δρομείς· όταν δουν τον εαυτό τους να βρίσκεται κοντά στα βραβεία, τότε αυξάνουν περισσότερο το τρέξιμο. Το ίδιο κάνουν και οι αθλητές, μετά από αμέτρητα παλαίσματα και άπειρες νίκες, όταν πλησιάσουν προς τα στεφάνια, τότε περισσότερο εντείνουν την προσπάθειά τους και αυξάνουν την προθυμία τους.
Διότι το ίδιο κάνουν και οι κυβερνήτες των πλοίων όταν φθάνει η στιγμή, κατά την οποία πρόκειται να οδηγήσουν μέσα στο λιμάνι το μεγάλο φορτηγό πλοίο, που είναι γεμάτο από σιτάρι και το φορτίο φθάνει μέχρι την κορυφή του, κυριεύονται από αγωνία και φόβο, μη τυχόν το πλοίο, μετά από τα μεγάλα πελάγη που διέπλευσε, προσκρούσει σε κάποιο βράχο και καταβυθισθεί έτσι όλο το εμπόρευμα. Κατά τον ίδιο τρόπο πρέπει και εμείς να φοβόμαστε και να είμαστε γεμάτοι από αγωνία, μήπως και στερηθούμε στο τέλος την αμοιβή των κόπων μας. Γι' αυτό πρέπει ν' αυξήσομε την προσπάθεια. Το ίδιο κάνουν και οι δρομείς· όταν δουν τον εαυτό τους να βρίσκεται κοντά στα βραβεία, τότε αυξάνουν περισσότερο το τρέξιμο. Το ίδιο κάνουν και οι αθλητές, μετά από αμέτρητα παλαίσματα και άπειρες νίκες, όταν πλησιάσουν προς τα στεφάνια, τότε περισσότερο εντείνουν την προσπάθειά τους και αυξάνουν την προθυμία τους.
Το ίδιο λοιπόν ας κάνομε και εμείς τώρα. Διότι εκείνο ακριβώς που είναι
το λιμάνι για τους κυβερνήτες των πλοίων, τα βραβεία για τους δρομείς,
και τα στεφάνια για τους αθλητές, αυτό είναι για μας αυτή η εβδομάδα, το
αποκορύφωμα των αγαθών και οι αγώνες για τα στεφάνια. Γι' αυτό και
ονομάζομε αυτήν μεγάλη· όχι επειδή είναι μεγαλύτερες οι ημέρες αυτής από
όλες τις άλλες ημέρες, διότι υπάρχουν άλλες μεγαλύτερες, ούτε επειδή
είναι περισσότερες ως προς τον αριθμό (διότι είναι ίσες με τις άλλες),
αλλ' επειδή συνέβηκαν κατ' αυτήν για μας μεγάλα κατορθώματα εκ μέρους
του Κυρίου. Καθόσον κατά τη μεγάλη αυτή εβδομάδα καταλύθηκε η
μακροχρόνια τυραννική εξουσία του διαβόλου, ο θάνατος κατέπαυσε, ο
ισχυρός δέθηκε, τα όπλα του αρπάχθηκαν, η αμαρτία νικήθηκε, η κατάρα
καταλύθηκε, ο παράδεισος άνοιξε, ο ουρανός έγινε διαβατός, οι άνθρωποι
αναμείχθηκαν με τους αγγέλους, το μεσότοιχο του φραγμού καταστράφηκε, το
τείχος καταγκρεμίσθηκε, ο Θεός της ειρήνης ειρήνευσε τα ουράνια και τα
επίγεια Γι' αυτό ονομάζεται μεγάλη εβδομάδα· και όπως ακριβώς αυτή είναι
η σπουδαιότερη από τις άλλες εβδομάδες, έτσι και αυτής κεφαλή είναι το
Μεγάλο Σάββατο· και ό,τι ακριβώς είναι το κεφάλι για το σώμα, το ίδιο
είναι και το Σάββατο για τη μεγάλη εβδομάδα.
Γι' αυτό κατά τη διάρκεια αυτής πολλοί αυξάνουν την προσπάθεια· και άλλοι μεν αυξάνουν τη νηστεία, άλλοι τις ιερές αγρυπνίες, και άλλοι κάνουν πλουσιότερη την ελεημοσύνη, επιβεβαιώνοντας με την προθυμία για καλές πράξεις και με την αυξημένη ευλάβεια στις εκδηλώσεις της ζωής το μέγεθος της ευεργεσίας που έγινε από το Θεό σε μας. Διότι, όπως ακριβώς, όταν ο Κύριος ανέστησε το Λάζαρο, έτρεχαν να δουν αυτόν όλοι οι κάτοικοι των Ιεροσολύμων και το πλήθος αυτό επιβεβαίωνε ότι ο Χριστός ανέστησε το νεκρό (διότι η προθυμία εκείνων που βγήκαν για να τον δουν ήταν απόδειξη του θαύματος), έτσι λοιπόν και η τωρινή προθυμία για τη μεγάλη αυτή εβδομάδα, είναι δείγμα και απόδειξη του μεγέθους των κατορθωμάτων που πραγματοποιήθηκαν κατ' αυτήν.
Διότι δεν ερχόμαστε σήμερα από μία μόνο πόλη για να συναντήσομε και να δούμε το Χριστό, ούτε μόνο από τα Ιεροσόλυμα, αλλ' απ' όλη την οικουμένη άπειρα πλήθη εκκλησιών από παντού βγαίνουν για να συναντήσουν τον Ιησού, κρατώντας στα χέρια τους και σείοντας όχι βάγια φοινίκων, αλλά προσφέροντας στον Κύριο Χριστό ελεημοσύνη, φιλανθρωπία, αρετή, νηστεία, δάκρυα, προσευχές, αγρυπνίες και κάθε άλλη ευλάβεια.
Και δεν τιμούμε αυτήν την εβδομάδα μόνο εμείς, αλλά και οι βασιλείς της οικουμένης, που έχουν τιμήσει αυτήν όχι κατά τρόπο τυχαίο, αλλ' όρισαν ν' απέχουν από την εργασία τους όλοι εκείνοι που ασχολούνται με τις κοινές υποθέσεις των πόλεων, ώστε, απολαμβάνοντας την αργία από εκείνες, ν' αφιερώνουν όλες αυτές τις ημέρες στην πνευματική φροντίδα. Γι' αυτό έκλεισαν και τις πόρτες των δικαστηρίων. Ας σταματάει, λέγει, κάθε διαφωνία και κάθε είδος διαμάχης και τιμωρίας, ας αναπαυθούν για λίγο τα χέρια των δημίων. Τα κατορθώματα του Κυρίου έγιναν για όλους· ας γίνει λοιπόν κάποιο καλό και από εμάς τους δούλους. Και δεν έχουν τιμήσει αυτήν μόνο με αυτή τη φροντίδα και την τιμή, αλλά και με άλλη όχι κατώτερη απ' αυτήν. Στέλνουν βασιλικά γράμματα, που προστάζουν ν' αφήνονται ελεύθεροι οι φυλακισμένοι στα δεσμωτήρια. Διότι, όπως ακριβώς ο Κύριός μας, κατεβαίνοντας στον άδη, ελευθέρωσε όλους εκείνους που βρίσκονταν κάτω από την εξουσία του θανάτου, έτσι λοιπόν και οι δούλοι, προσφέροντας τα κατά δύναμη και μιμούμενοι τη φιλανθρωπία του Κυρίου, ελευθερώνουν από τα αισθητά δεσμά, επειδή δεν μπορούν να ελευθερώσουν από τα πνευματικά.
2. Αυτή την εβδομάδα τιμάμε και εμείς και βγήκα και εγώ μαζί σας αντί για φοίνικες προσφέροντας το λόγο της διδασκαλίας, καταβάλλοντας τα δύο λεπτά όπως ακριβώς η χήρα. Βγήκαν τότε εκείνοι κρατώντας βάγια φοινίκων και φώναζαν και έλεγαν «Δόξα σ' εκείνον που βρίσκεται στους ουρανούς· ας είναι ευλογημένος εκείνος που έρχεται στο όνομα του Κυρίου». Ας βγούμε και εμείς να τον προϋπαντήσομε, και αντί για βάγια φοινίκων, παρουσιάζοντας προαίρεση γεμάτη με αφθονία καρπών και ας φωνάζομε δυνατά αυτά ακριβώς που ψάλλαμε σήμερα· «Ανάπεμπε, ψυχή μου, στον Κύριο ύμνο δοξολογίας· θ' ανυμνώ τον Κύριο σ' όλη μου τη ζωή». Και εκείνα τα λόγια είναι του Δαυίδ και αυτά· ή καλύτερα ούτε εκείνα είναι του Δαυίδ, ούτε αυτά, αλλά και τα δύο είναι της χάριτος του Πνεύματος. Διότι μίλησε βέβαια και είπε τα λόγια ο προφήτης, όμως κίνησε τη γλώσσα του προφήτη ο Παράκλητος. Γι' αυτό λέγει· «Η γλώσσα μου κινείται σαν τη γραφίδα ταχυγράφου γραφέα». Όπως ακριβώς η γραφίδα δεν γράφει μόνη της, αλλ' από τις διαταγές του χεριού που κινεί αυτήν, έτσι λοιπόν και η γλώσσα των προφητών δεν μιλούσε μόνη της, αλλ' από την εξουσία της χάριτος του Θεού.
Αλλά για ποιό λόγο δεν είπε απλώς «η γλώσσα μου κινείται σαν τη γραφίδα του γραφέα», αλλ' είπε, «σαν τη γραφίδα ταχυγράφου γραφέα»; Για να μάθεις, ότι η σοφία είναι του Πνεύματος· γι' αυτό και είναι μεγάλη η ευκολία με την οποία λέγεται και μεγάλη η ταχύτητα αυτής. Διότι όταν οι άνθρωποι ομιλούν από μόνοι τους, στοχάζονται, σκέπτονται, αργούν να μιλήσουν, κάμνουν πολύ χρόνο, ενώ εκεί, επειδή τα λόγια ανέβλυζαν σαν ακριβώς από κάποια πηγή και δεν υπήρχε κανένα εμπόδιο, αλλά την ταχύτητα της γλώσσας την νικούσε η ροή των νοημάτων, γι' αυτό έλεγε· «Η γλώσσα μου κινείται σαν τη γραφίδα ταχυγράφου γραφέα». Αναβλύζει, λέγει, κάτω τα νάματα με μεγάλη αφθονία. Γι' αυτό και είναι μεγάλη η ταχύτητα. Δεν χρειαζόμαστε σκέψη, ούτε μελέτη και κόπο. Αλλ' ας δούμε τι λέγει.
«Πρόσφερνε, ψυχή μου, στον Κύριο ύμνο δοξολογίας». Αυτά και εμείς ας ψάλομε σήμερα μαζί με τον Δαυίδ. Διότι, αν και δεν παραβρίσκεται εδώ με το σώμα, όμως παραβρίσκεται με το πνεύμα. Και ότι βρίσκονται κοντά μας οι άγιοι και ψάλλουν μαζί με μας, άκουσε τι λέγει ο Αβραάμ προς τον πλούσιο. Διότι, όταν εκείνος του είπε, «Στείλε τον Λάζαρο, ώστε οι αδελφοί μου, αφού μάθουν τα όσα συμβαίνουν εδώ στον άδη, να διορθωθούν, λέγει προς αυτόν· Έχουν τον Μωυσή και τους προφήτες». Αλλ' όμως ο Μωϋσής και όλοι οι προφήτες πέθαναν σωματικά εδώ και πολλά χρόνια, και είχαν αυτούς με τα γραφόμενά τους. Διότι, εάν κάποιος πάρει στά χέρια του την άψυχη φωτογραφία κάποιου παιδιού ή φίλου, νομίζει ότι βρίσκεται εκεί παρών ο πεθαμένος και με την άψυχη φωτογραφία φαντάζεται αυτόν, πολύ περισσότερο εμείς με τις θείες Γραφές απολαμβάνομε τη συντροφιά των αγίων, έχοντας όχι τις φωτογραφίες των σωμάτων τους, αλλά των ψυχών τους. Διότι τα όσα λέχθηκαν απ' αυτούς είναι εικόνες των ψυχών τους. Θέλεις να μάθεις, ότι ζουν οι άγιοι και παραβρίσκονται εδώ; Κανένας δεν ονομάζει τους πεθαμένους μάρτυρες, ενώ ο Χριστός ονόμασε αυτούς μάρτυρες της θεότητάς του, και πριν απ' αυτούς τον ίδιο τον Δαυίδ, για να σε διδάξει ότι ζει. Διότι, επειδή οι Ιουδαίοι είχαν αμφιβολίες γι' αυτόν, λέγει προς αυτούς· «Ποιά είναι η γνώμη σας για το Χριστό; Ποίου υιός είναι; Απαντούν προς αυτόν· Του Δαυίδ. Λέγει προς αυτούς· Πώς λοιπόν ο Δαυίδ φωτισμένος από το Πνεύμα, τον ονομάζει Κύριο, λέγοντας, "είπε ο Κύριος στον Κύριό μου, κάθισε στα δεξιά μου;'». Είδες πώς ο Δαυίδ ζει; Διότι, εάν δεν ζούσε, δεν θα ονόμαζε αυτόν μάρτυρα της θεότητάς του. Και δεν είπε, 'Πώς λοιπόν ο Δαυίδ εμπνευσμένος από το Πνεύμα ονόμασε αυτόν Κύριο', αλλά «Κύριο αυτόν ονομάζει;», για να δείξει ότι ακόμη βρίσκεται εδώ και ομιλεί με τα όσα έγραψε.
Έψαλλε κάποτε ο Δαυίδ τον Κύριο με ύμνους, και εμείς ας ψάλομε σήμερα μαζί με τον Δαυίδ. Εκείνος είχε κιθάρα με άψυχες χορδές, η εκκλησία όμως έχει κιθάρα που αποτελείται από έμψυχες χορδές. Οι γλώσσες μας είναι χορδές της κιθάρας, που αφήνουν ν' ακουσθούν βέβαια διάφορα λόγια, αλλ' είναι αυτά σύμφωνα με την ευσέβεια. Καθόσον και γυναίκες και άνδρες και γέροι και νέοι, είναι βέβαια χωρισμένοι ως προς την ηλικία, δεν είναι όμως χωρισμένοι ως προς την υμνωδία· διότι το Πνεύμα, συνενώνοντας τη φωνή του καθενός, παρουσιάζει μία τη μελωδία όλων, όπως και ο ίδιος ο Δαυίδ δήλωσε, προσκαλώντας κάθε ηλικία και κάθε φύση προς τη συμφωνία αυτή και λέγοντας «Κάθε τι που ζει και έχει πνοή ας δοξολογήσει τον Κύριο». «Πρόσφερε, ψυχή μου, ύμνο δοξολογίας στον Κύριο». Για ποιό λόγο άφησε έξω από την υμνωδία τη σάρκα; Για ποιό λόγο δεν λέγει τίποτε για το σώμα; άραγε χώρισε στα δύο τον άνθρωπο; Καθόλου, αλλά πρώτα παροτρύνει προς δοξολογία τον τεχνίτη. Το ότι δεν χώρισε το σώμα από την ψυχή, άκουσε αλλού τί λέγει· «Θεέ μου, Θεέ μου, προς εσένα απευθύνω, πριν ακόμη ξημερώσει, την προσευχή μου. Σε πόθησε υπερβολικά η ψυχή μου, καθώς και η σάρκα μου κάθε φορά μέσα στην έρημη χώρα». Αλλά, λέγει, δείξε μου και τη σάρκα που να καλείται να υμνήσει το Θεό. «Ευλόγα, ψυχή μου, τον Κύριο, και όλες οι εσωτερικές μου δυνάμεις ευλογείτε το όνομα το άγιο αυτού». Είδες και το σώμα που συμμετέχει στη μουσική συμφωνία; Τι τέλος πάντων σημαίνει, «Και όλα τα εντός μου ευλογείτε το όνομα το άγιο αυτού»; Τα νεύρα, λέγει, τα οστά, τις φλέβες, τις αρτηρίες και όλα τα εσωτερικά μόρια.
3. Και πώς μπορούν τα εσωτερικά μας όργανα να ευλογούν το Θεό; Φωνή δεν έχουν, στόμα δεν έχουν, γλώσσα δεν έχουν. Διότι η ψυχή βέβαια μπορεί, τα όργανα όμως που βρίσκονται μέσα μας πώς μπορούν να ευλογούν το Θεό, τη στιγμή που δεν έχουν ούτε φωνή, ούτε γλώσσα, ούτε και στόμα; Όπως ακριβώς «οι ουρανοί διηγούνται τη δόξα Θεού». Διότι, όπως ακριβώς οι ουρανοί, που δεν έχουν γλώσσα, ούτε στόμα, ούτε και χείλη, αλλά με το κάλλος που παρουσιάζουν δημιουργούν έκπληξη στους θεατές και με το θαυμασμό που προξενούν σ' αυτούς τους οδηγούν στην δοξολογία εκείνου που δημιούργησε αυτούς, έτσι λοιπόν και τα εντός μας όργανα, εάν τα εξετάσεις όλα με τη σκέψη, εάν σκεφθείς τη διαφορά της ποιότητας αυτών, της ενέργειας, της δυνάμεως, της συμφωνίας, της διαπλάσεως, της θέσεως, του ρυθμού και της αρμονίας αυτών, θ' αναφωνήσεις εκείνα τα προφητικά λόγια· «Πόσο μεγάλα και θαυμαστά είναι τα έργα σου, Κύριε! όλα με σοφία τα δημιούργησες». Είδες πώς ευλογούν τα εσωτερικά μας όργανα το Θεό χωρίς φωνή και στόμα και γλώσσα; Για ποιό λόγο λοιπόν απευθύνει το λόγο του προς την ψυχή; Για να μη ονειροπολεί αυτή καθώς η γλώσσα θα εξυμνεί το Θεό, πράγμα που πολλές φορές παθαίνομε και στις προσευχές και στις υμνωδίες· για να υπάρχει και από τα δύο μέρη η μουσική συμφωνία. Διότι, όταν προσεύχεσαι και δεν ακούσεις τα λόγια του Θεού, πώς ο Θεός θ' ακούσει την προσευχή σου; Όταν λοιπόν λέγει, «Πρόσφερε, ψυχή μου, ύμνο δοξολογίας στον Κύριο», αυτό εννοεί, μέσα από την ψυχή και από το βάθος της καρδιάς ν' αναπέμπονται οι παρακλήσεις. Διότι και ο Παύλος λέγει· «Θα προσεύχομαι με το πνεύμα μου, αλλά θα προσεύχομαι και με το νου μου».
Η ψυχή είναι ένας μουσικός, είναι ένας τεχνίτης, ενώ το σώμα είναι όργανο, που κατέχει τη θέση της κιθάρας, του αυλού και της λύρας. Οι άλλοι λοιπόν μουσικοί δεν βρίσκονται διαρκώς με όλα τα όργανα, αλλ' άλλοτε κρατούν αυτά στα χέρια τους και άλλοτε τ' αφήνουν διότι ο καιρός της μελωδίας δεν είναι γι' αυτούς διαρκής· γι' αυτό ακριβώς ούτε και μεταχειρίζονται διαρκώς τα όργανα· εσένα όμως ο Θεός θέλοντας να σε διδάξει, ότι οφείλεις πάντοτε ν' ανυμνείς και να δοξάζεις αυτόν, ένωσε για πάντα το όργανο με τον τεχνίτη. Το ότι πρέπει πάντοτε ν' ανυμνούμε αυτόν, άκουσε τι λέγει ο Απόστολος· «Αδιάκοπα να προσεύχεσθε, και για κάθε τι να ευχαριστείτε το Θεό». Επειδή λοιπόν πρέπει αδιάκοπα να προσευχόμαστε, είναι αδιάκοπα συνδεμένο το όργανο με τον τεχνίτη. «Δόξαζε, ψυχή μου, τον Κύριο». Την παλιά εποχή αυτά τα λόγια έλεγε ο Δαυίδ με μία γλώσσα, ενώ τώρα, επειδή πέθανε αυτός, αυτά τα λέγει με αμέτρητες γλώσσες, όχι μόνο με τις δικές μας, αλλά και από ολόκληρη την οικουμένη. Είδες ότι δεν πέθανε, αλλά ζει; Διότι πώς πέθανε, εκείνος που έχει τόσες γλώσσες και ομιλεί με τόσα στόματα; Πραγματικά είναι σπουδαίο πράγμα ο ύμνος προς το Θεό· διότι καθαρίζει την ψυχή μας και μας δημιουργεί μεγάλη ευλάβεια.
Θέλεις να μάθεις πόση είναι η δύναμη των ύμνων προς το Θεό; Υμνολογώντας τα τρία παιδιά τον Κύριο, έσβησαν με τον τρόπο αυτό τη βαβυλώνια κάμινο· ή καλύτερα δεν την έσβησαν, αλλ' επέτυχαν εκείνο που ήταν άξιο μεγαλυτέρου θαυμασμού, καταπάτησαν με τα πόδια τους τη φλόγα, που κατέκαιε, σαν πηλό. Αυτός ο ύμνος, όταν ο Παύλος κλείσθηκε στη φυλακή, έλυσε τα δεσμά, άνοιξε τις πόρτες της φυλακής, συγκλόνισε τα θεμέλια αυτής, και προξένησε μεγάλη κατάπληξη και φόβο στον δεσμοφύλακα. Διότι, λέγει, κατά τα μεσάνυχτα ο Παύλος και ο Σίλας έψαλλαν ύμνους στο Θεό. Στη συνέχεια τι συνέβηκε; Τι; Το πρωτάκουστο και παράδοξο εκείνο· τα δεσμά λύθηκαν, οι δεμένοι έδεσαν τους λυμένους· πραγματικά γνώρισμα των δεσμών είναι το να κρατείται με μεγάλη προσοχή ο φυλακισμένος και να βρίσκεται υπό την εξουσία του δεσμοφύλακα· τώρα όμως ο ελεύθερος δεσμοφύλακας ήρθε και έπεσε μπροστά στα πόδια του φυλακισμένου Παύλου. Διότι η φύση των υλικών δεσμών είναι το να κρατούν κάτω από τη δύναμή τους τον φυλακισμένο, ενώ η δύναμη των δεσμών, που υφίσταται κανείς για χάρη του Χριστού, είναι τόσο μεγάλη, ώστε να θέτουν κάτω από την εξουσία των φυλακισμένων τούς ελεύθερους. Έβαλε αυτούς στην πιο βαθιά φυλακή, και ενώ βρίσκονταν μέσα, άνοιξαν τις εξωτερικές πόρτες. Έδεσε τα πόδια τους στο ξύλο για μεγαλύτερη ασφάλεια, και τα πόδια αυτών τα δεμένα για ασφάλεια έλυσαν τα χέρια των άλλων.
Στη συνέχεια, λέγει, έπεσε ο δεσμοφύλακας στα πόδια αυτού, γεμάτος από φόβο και τρόμο, με αναστεναγμούς, με αγωνία και δάκρυα. Μά τι τέλος πάντων συνέβηκε; δεν τους έδεσες συ; δεν τους τοποθέτησες συ σε ασφαλές μέρος; Και γιατί απορείς, άνθρωπε, εάν άνοιξε τη φυλακή, τη στιγμή βέβαια που έλαβε εξουσία ν' ανοίγει και τους ουρανούς; «Όσα θα δέσετε στη γη», λέγει, «θα είναι δεμένα στους ουρανούς, και όσα θα λύσετε στη γη θα είναι λυμένα στους ουρανούς». Έλυσε τα δεσμά αμαρτημάτων· τι απορείς, εάν λύνει τα σιδερένια δεσμά; Έλυσε τα δεσμά των δαιμόνων, ελευθέρωσε ψυχές που ήταν δεμένες απ' αυτούς· και τι απορείς, εάν έσπασε τις αλυσίδες των δεσμωτών; Και πρόσεχε διπλό θαύμα· έλυσε πάλι και έδεσε. Διότι έλυσε τα δεσμά αλλ' έδεσε την καρδιά αυτών. Το ότι βέβαια ήταν λυμένοι δεν το γνώριζαν. Άνοιξε και έκλεισε πόρτες· πραγματικά άνοιξε τις πόρτες της φυλακής, αλλ' έκλεισε τα μάτια της καρδιάς των δεσμωτών, ώστε να μη βλέπουν ότι ήταν ανοιγμένες οι πόρτες εκείνες, για να μη συμβεί, κυριευμένοι από φόβο, να τραπούν σε φυγή. Είδες ότι και δένει και λύνει, και ανοίγει και κλείνει;
4. Γι' αυτό αυτά συνέβηκαν μέσα στη νύχτα, για να γίνονται αθόρυβα και χωρίς καμιά ταραχή. Διότι οι απόστολοι τίποτε δεν έκαμναν για επίδειξη ούτε από φιλοδοξία. Έπεσε ο αρχιδεσμοφύλακας στα πόδια αυτού. Τι έκανε τότε ο Παύλος; Είδες το θαύμα αυτού; είδες τα παράδοξα έργα αυτού; Πρόσεξε και τη φροντίδα αυτού, πρόσεξε και τη φιλανθρωπία αυτού. «Φώναξε», λέγει, «δυνατά και είπε· μη κάνεις κανένα κακό στον εαυτό σου, διότι όλοι είμαστε εδώ». Εκείνον που τον έδεσε με τον πιο σκληρό και απάνθρωπο τρόπο δεν τον άφησε να πεθάνει με απάνθρωπο τρόπο, δεν του κράτησε κακία. «Διότι όλοι είμαστε εδώ», λέγει. Πρόσεχε την έλλειψη αλαζονείας. Δεν είπε, "Αυτά τα παράδοξα τα έκανα εγώ", αλλά τι λέγει; «Διότι όλοι είμαστε εδώ». Ο Παύλος απαρίθμησε τον εαυτό του μαζί με τους δεσμώτες. Όταν εκείνος είδε όλα αυτά θαύμασε για το γεγονός, κυριεύθηκε από έκπληξη για το θαύμα, και ευχαρίστησε το Θεό. Πραγματικά ο δεσμοφύλακας ήταν άξιος μεγάλης φροντίδας και φιλανθρωπίας· δεν νόμισε ότι ήταν μαγικές επενέργειες τα όσα είχαν συμβεί.
Για ποιο λόγο λοιπόν δεν θεώρησε μαγικά εκείνα που συνέβηκαν; Άκουσε αυτούς να υμνούν το Θεό ο μάγος όμως ποτέ δεν υμνεί το Θεό. Πολλούς αγύρτες δέχθηκε εκεί μέσα, αφού ήταν δεσμοφύλακας, αλλά κανένας ποτέ από εκείνους δεν παρουσίασε τέτοιο έργο, δεν έλυσε δεσμά, δεν έδειξε τέτοια φροντίδα. Καθόσον ο Παύλος προτίμησε να μείνει μέσα στη φυλακή και να μη φύγει, για να σώσει εκείνον από το θάνατο. Διότι, λέγει, όρμησε μέσα κρατώντας στα χέρια του ξίφος και λαμπάδα· καθόσον ο διάβολος ήθελε με τη σφαγή του να του αφαιρέσει την ευκαιρία της μετάνοιας, αλλ' ο Παύλος με πολύ δυνατή φωνή κέρδισε πιο γρήγορα τη σωτηρία της ψυχής του. Διότι δεν φώναξε απλώς, αλλά με μεγάλη φωνή, λέγοντας «Όλοι είμαστε εδώ». Θαύμασε ο δεσμοφύλακας τη φροντίδα του, έπεσε στα πόδια του φυλακισμένου ο ελεύθερος, και τι λέγει; «Κύριοι, τι πρέπει να κάνω για να σωθώ;». Συ τους έδεσες, και συ βρίσκεσαι σε απορία; συ τους έδεσες στο ξύλο για ασφάλεια, και συ ψάχνεις να βρεις τρόπο μετάνοιας και σωτηρίας;
Είδες θερμότητα ψυχής; είδες προθυμία; Δεν ανέβαλε, αλλ' αφού απομάκρυνε το φόβο, δεν απομάκρυνε και την ευεργεσία, αλλ' αμέσως προχωρεί με ορμή στη σωτηρία της ψυχής του. Ήταν νύχτα και μάλιστα μεσάνυχτα. Δεν είπε, "Ας σκεφθούμε, ας ξημερώσει", αλλ' αμέσως έτρεξε προς τη σωτηρία. Αυτός ο άνθρωπος, λέγει, είναι κάποιος πολύ μεγάλος, που ξεπερνάει την ανθρώπινη φύση. Είδα το θαύμα αυτού, θαύμασα τη φιλανθρωπία του. Αν και έπαθε από μένα άπειρα κακά, βρισκόμενος στο χείλος του θανάτου, αφού με έπιασε στα χέρια του, εμένα που τον έδεσα, και ενώ μπορούσε να με φονεύσει, όχι μόνο δεν έκανε τίποτε, αλλά και, ενώ επρόκειτο να σφαγώ και να σύρω το ξίφος στο λαιμό μου, μ' εμπόδισε. Πολύ σωστά λέγει, «Κύριοι, τι πρέπει να κάνω για να σωθώ». Διότι βέβαια δεν προσέλκυαν εκείνους που πίστευαν μόνο τα θαύματα των αποστόλων, αλλά περισσότερο από τα θαύματα ο τρόπος ζωής του. Γι' αυτό λέγει· «Ας λάμψει το φως σας μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά έργα σας και να δοξάσουν τον Πατέρα σας τον ουράνιο».
Είδες θερμότητα του δεσμοφύλακα; Πρόσεχε και τη θερμότητα του Παύλου. Δεν ανέβαλε, δεν αδιαφόρησε, αλλ' ενώ βρίσκεται δέσμιος, ενώ είναι δεμένος στο ξύλο, και γεμάτος από πληγές, αμέσως δίδαξε αυτόν και μαζί μ' εκείνον και όλα τα μέλη της οικογένειάς του, και μετά από το πνευματικό λουτρό, και μετά από την πνευματική τράπεζα, πρόσφερε σ' αυτόν και την υλική. Αλλά για ποιο λόγο συγκλόνισε τα θεμέλια της φυλακής; Διότι ήθελε να ξυπνήσει τα δεσμοφύλακα και να δει εκείνα που γίνονταν· έλυσε τα υλικά δεσμά των φυλακισμένων μαζί του, για να λύσει τα πνευματικά δεσμά του δεσμοφύλακα. Το αντίθετο απ' αυτό έκανε ο Χριστός. Πλησίασε αυτόν κάποιος παράλυτος άνθρωπος, έχοντας διπλή παραλυσία, που η μία οφειλόταν στ' αμαρτήματά του, ενώ η άλλη ήταν σωματική. Πρώτα θεράπευσε την παραλυσία που οφειλόταν στ' αμαρτήματα, λέγοντας τα εξής· «Τέκνο μου, συγχωρούνται οι αμαρτίες σου». Έπειτα, επειδή αμφέβαλλαν εκείνοι και βλασφημούσαν και έλεγαν, «Κανένας δεν μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες, παρά μόνο ο Θεός», θέλοντας να τους δείξει, ότι πραγματικά είναι Θεός, θέλοντας να τους κρίνει από τα λόγια τους, για να μη διστάζει να λέγει, «από τα λόγια σου θα σε κρίνω», συ, λέγει, είπες, ότι κανένας δεν μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες, παρά μόνο ο Θεός· να συγχωρώ, λέγει, αμαρτίες, και γι' αυτό ομολόγησε τη θεότητά μου· από τη δική σου κρίση βγάζω την απόφαση. Αλλ' εκεί ο Χριστός πρώτα θεραπεύει την πνευματική αρρώστια, και έπειτα τη σωματική, ενώ εδώ συμβαίνει το αντίθετο, πρώτα λύθηκαν τα σωματικά δεσμά, και μετά τα πνευματικά.
Είδες πόσο μεγάλη είναι η δύναμη των ύμνων; Πόσα κατορθώνει η δοξολογία του Θεού; πόσα κατορθώνει η προσευχή; Πάντοτε βέβαια είναι μεγάλη η δύναμη της προσευχής, όταν όμως συνοδεύεται και από νηστεία, τότε κάμνει δυνατότερη την ψυχή. Τώρα υπάρχει σ' έμας μεγάλη σωφροσύνη των λογισμών, τώρα υπάρχει πνευματική διέγερση και η ψυχή προσέχει όλα τα ουράνια. Γι' αυτό η Γραφή πάντοτε σύνδεσε την προσευχή με τη νηστεία. Πώς και πότε; «Μη στερείτε ο ένας τον άλλο», λέγει, «εκτός και αν γίνει κοινή συμφωνία, για να αφιερωθείτε στην νηστεία και την προσευχή». Και πάλι αλλού λέγει· «Το γένος αυτό δεν βγαίνει, παρά μόνο με προσευχή και νηστεία». Καθώς και αλλού πάλι· «αφού προσευχήθηκαν» λέγει, «και νήστευσαν, έθεσαν τα χέρια τους επάνω σ' αυτούς».
5. Βλέπεις ότι παντού η προσευχή είναι ενωμένη με τη νηστεία; Διότι τότε αναπέμπεται από τη λύρα πιο ευχάριστη και πιο αξιόλογη μελωδία. Δεν είναι χαλαρωμένες οι χορδές, διαλυμένες από τη μέθη της πλεονεξίας, αλλ' είναι ισχυρός ο λογισμός, διεγερμένος ο νους, γεμάτη νηφαλιότητα η ψυχή. Έτσι πρέπει μόνο να πλησιάζομε το Θεό και να συνομιλούμε έχοντας την προσοχή μας συγκεντρωμένη μόνο προς αυτόν. Διότι, εάν, όταν έχομε να πούμε κάτι το σπουδαίο σε φίλους μας, τους παίρνομε σε κάποιο μέρος μόνους και έτσι συνομιλούμε, πολύ περισσότερο πρέπει αυτό να το κάνομε στην περίπτωση του Θεού· να κλεινόμαστε μέσα στο πιο απόμερο δωμάτιό μας και να προσευχόμαστε, ενώ θα επικρατεί μεγάλη ησυχία, και οπωσδήποτε τότε θα τα επιτύχομε όλα, εάν απευθύνομε την παράκλησή μας για το συμφέρον της ψυχής μας. Καθόσον είναι μεγάλο αγαθό η προσευχή, όταν γίνεται με καρδιά γεμάτη από ευχαρίστηση και με πνευματική διαύγεια. Και πώς θα είναι γεμάτη από ευχαρίστηση η καρδιά μας; Εάν ασκήσομε και συνηθίσομε τον εαυτό μας όχι μόνο να παίρνει, αλλά και όταν δεν ικανοποιηθεί το αίτημά μας να ευχαριστούμε το Θεό. Καθόσον ο Θεός άλλοτε μας δίνει αυτό που ζητάμε, και άλλοτε δεν μας το δίνει, αλλά και τα δύο τα κάνει για το συμφέρον μας. Ώστε, είτε λάβεις, είτε δεν λάβεις, έλαβες με το ότι δεν έλαβες· και είτε επιτύχεις στο αίτημά σου, είτε δεν επιτύχεις, επέτυχες με το ότι δεν επέτυχες σ' αυτό που ζητούσες. Καθόσον συμβαίνει, όταν δεν παίρναμε εκείνο που ζητάμε, να γίνεται αυτό πιο ωφέλιμο παρά αν το παίρναμε. Διότι, εάν πολλές φορές δεν ήταν προς το συμφέρον μας το να μη πάρομε αυτό που ζητάμε, οπωσδήποτε θα μας το έδινε πάντοτε, το να αποτύχει όμως το αίτημά μας, αλλά προς το συμφέρον μας, αποτελεί επιτυχία. Γι' αυτό και πολλές φορές αναβάλλει να ικανοποιήσει το αίτημά μας, όχι επειδή θέλει να μας απομακρύνει από κοντά του, αλλά με την καθυστέρηση της δόσεως επιδιώκει να κάνει διαρκή την επιμονή μας στο αίτημά μας. Διότι, επειδή, πολλές φορές, αφού πάρομε εκείνο που ζητάμε, σταματάμε μετά τη λήψη αυτού το ζήλο μας για προσευχή, θέλοντας ν' αυξήσει την επαγρύπνησή μας στις προσευχές μας, επιβραδύνει να μας δώσει αυτό που ζητάμε.
Το ίδιο κάνουν και οι φιλόστοργοι πατέρες· τα παιδιά τους που είναι αδιάφορα και τρέχουν στα παιδικά παιχνίδια, πολλές φορές τα κρατούν κοντά τους με την υπόσχεση πολύ μεγάλου δώρου· γι' αυτό άλλοτε αναβάλλουν τη δόση, και άλλοτε δεν το δίνουν καθόλου. Συμβαίνει πολλές φορές να είναι ασύμφορο εκείνο που ζητάμε, ο Θεός όμως που γνωρίζει πολύ καλύτερα εκείνο που μας συμφέρει, δεν μας δίνει εκείνα που ζητάμε με τις προσευχές μας, φροντίζοντας για την ωφέλειά μας, που εμείς δεν τη γνωρίζομε. Και τι το άξιο θαυμασμού, εάν εμείς δεν εισακουόμαστε, τη στιγμή βέβαια που αυτό συνέβηκε και στην περίπτωση του Παύλου; Καθόσον και εκείνος πολλές φορές απέτυχε σ' εκείνο που ζήτησε· και όχι μόνο δεν στενοχωρέθηκε, αλλά και ευχαρίστησε το Θεό· διότι λέγει· «Τρεις φορές παρακάλεσα τον Κύριο γι' αυτό»· το «Τρεις φορές» εδώ σημαίνει πολλές φορές.
Αλλ' εάν ο Παύλος πολλές φορές ζήτησε από το Θεό κάτι και δεν επέτυχε στο αίτημά του, πολύ περισσότερο λοιπόν πρέπει εμείς να επιμένομε στο αίτημά μας. Αλλ' ας δούμε, επειδή πολλές φορές ζήτησε κάτι από το Θεό και δεν το έλαβε, ποιά υπήρξε η συμπεριφορά του απέναντι στο γεγονός αυτό της μη ικανοποιήσεως του αιτήματός του. Όχι μόνο δεν λυπήθηκε, αλλά και καυχιέται επειδή δεν έλαβε εκείνο που ζητούσε. Διότι, αφού είπε, «τρεις φορές παρακάλεσα γι' αυτό τον Κύριο και μου είπε· Σου είναι αρκετή η χάρη μου· διότι η δύναμή μου αποδεικνύεται τέλεια εκεί που υπάρχει αδυναμία», πρόσθεσε, «Με μεγάλη μου λοιπόν ευχαρίστηση θα καυχηθώ για τις αδυναμίες μου».
6. Είδες ευγνωμοσύνη δούλου; Ζήτησε ν' απαλλαγεί από την ασθένειά του, αλλά δεν το ενέκρινε ο Θεός· και όχι μόνο δεν λυπήθηκε ο Παύλος, αλλά και καυχιέται για την ασθένειά του. Έτσι και εμείς ας προετοιμάσομε τις ψυχές μας, και είτε μας δώσει ο Θεός, είτε δεν μας δώσει αυτά που ζητάμε, εμείς ας ευχαριστούμε το Θεό και για τα δύο. Διότι και τα δύο μας τα κάνει ο Θεός για το συμφέρον μας. Εάν ανήκει στην εξουσία του το να δίνει, τότε λοιπόν στην εξουσία του ανήκει και το πότε να δώσει, τι να δώσει, και το να μη δώσει. Δεν γνωρίζεις σύ εκείνα που σε συμφέρουν, όπως αυτός γνωρίζει αυτά πάρα πολύ καλά. Πολλές φορές ζητάς βλαβερά και επικίνδυνα πράγματα, ο Θεός όμως που ενδιαφέρεται περισσότερο για τη σωτηρία σου, δεν προσέχει το αίτημά σου, αλλά πριν απ' αυτό φροντίζει παντού για το συμφέρον σου. Διότι, εάν οι σαρκικοί πατέρες δεν δίνουν στα παιδιά τους όλα εκείνα που ζητούν, όχι επειδή περιφρονούν αυτά, αλλ' επειδή κατ' εξοχή ενδιαφέρονται γι' αυτά, πολύ περισσότερο το κάμνει αυτό ο Θεός, ο οποίος και πάρα πολύ αγαπά, και περισσότερο από όλους γνωρίζει το συμφέρον μας.
Ας καταγινόμαστε λοιπόν με τις προσευχές διαρκώς, όχι μόνο κατά τη διάρκεια της ημέρας, αλλά και κατά τη διάρκεια της νύχτας. Διότι άκουσε τι λέγει ο ίδιος ο προφήτης· «Μέσα στα μεσάνυχτα σηκωνόμουν για να σε δοξολογήσω και να σ' ευχαριστήσω για τα δίκαια παραγγέλματά σου». Ενώ ήταν άνθρωπος βασιλιάς με τόσες πολλές φροντίδες, και του είχε δοθεί η εξουσία λαών και πόλεων και εθνών, φροντίζοντας για την ειρήνη, καταπαύοντας πολέμους, και βλέποντας πάντοτε γύρω του να στέκεται ένα απερίγραπτο πλήθος υποθέσεων, που δεν τον άφηναν ούτε για μια στιγμή ν' αναπνεύσει, αυτός όχι μόνο τις ημέρες, αλλά και τις νύχτες πρόσθετε στις προσευχές του. Εάν ο βασιλιάς, που ζει μέσα σε τόσες πολλές απολαύσεις, που έχει τόσες πολλές φροντίδες, που περικυκλώνεται από τόσες υποθέσεις, ούτε τη νύχτα ησύχαζε, αλλ' έκαμνε τις προσευχές του με μεγαλύτερη προθυμία και προσοχή από τους μοναχούς που ζουν στα όρη, ποιά συγγνώμη, πες μου, θα επιτύχομε εμείς, που, ενώ ζούμε μέσα σε τόση μεγάλη άνεση και προτιμούμε την ιδιωτική και χωρίς φροντίδες ζωή, όχι μόνο κοιμόμαστε όλες τις νύχτες, αλλ' ούτε κατά τη διάρκεια της ημέρας δεν κάμνομε με την πρέπουσα προσοχή τις καθιερωμένες προσευχές;
Είναι μεγάλο όπλο η προσευχή, είναι μεγάλο κόσμημα η προσευχή και ασφάλεια και λιμάνι και θησαυρός αγαθών και ασύλητος πλούτος. Όταν χρειαζόμαστε τη βοήθεια ανθρώπων, χρειάζεται και χρήματα να δαπανήσομε, και δουλοπρεπή κολακεία, και πολλές επισκέψεις και διαπραγματεύσεις. Διότι δεν είναι δυνατό πολλές φορές να συνομιλήσει κανείς απ' ευθείας μ' αυτούς τους κυρίους, αλλά πρέπει πρώτα να κολακεύσουν με χρήματα και λόγια με κάθε τρόπο υπηρέτες, οικονόμους και επιτρόπους αυτών, και τότε να μπορέσουν με τη μεσολάβηση εκείνων να λάβουν εκείνο που ζητούν στην περίπτωση όμως του Θεού δεν συμβαίνει το ίδιο· δεν δίνει τη χάρη του τόσο εύκολα όταν παρακαλείται από άλλους, όσο όταν παρακαλείται από μας τους ίδιους. Και στην περίπτωση αυτή έχομε κέρδος και όταν παίρνομε εκείνο που ζητάμε και όταν δεν το παίρνομε, ενώ στην περίπτωση των ανθρώπων πολλές φορές ζημιωθήκαμε και όταν πήραμε εκείνο που ζητούσαμε και όταν δεν το πήραμε.
Επειδή λοιπόν είναι μεγαλύτερο το κέρδος και μεγαλύτερη η ευκολία σ' εκείνους που πλησιάζουν το Θεό, ας μη περιφρονούμε την προσευχή. Διότι τότε θα συμφιλιωθείς και θα συνομιλήσεις καλύτερα μ' αυτόν, τότε σου δίνει ευκολότερα εκείνο που ζητάς, όταν συ ο ίδιος τον παρακαλείς, όταν η καρδιά σου είναι καθαρή, όταν οι λογισμοί σου συνοδεύονται από σωφροσύνη, όταν δεν τον παρακαλείς με αδιαφορία, πράγμα που κάμνουν πολλοί, και η μέν γλώσσα τους λέγει τα λόγια της προσευχής, ενώ η ψυχή περιφέρεται σε πολλά μέρη της οικίας, της αγοράς, των δρόμων. Αυτή είναι η όλη δολιότητα που επινόησε ο διάβολος. Επειδή δηλαδή γνωρίζει ότι κατά την ώρα εκείνη της προσευχής μπορούμε να επιτύχομε τη συγχώρηση των αμαρτιών μας, θέλοντας να μας φράξει το λιμάνι της προσευχής, εξεγείρεται κατά την ώρα εκείνη, απομακρύνει τη σκέψη μας από τα λόγια της προσευχής, ώστε να φύγομε ζημιωμένοι μάλλον, παρά κερδισμένοι.
Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, άνθρωπε, όταν προσέρχεσαι στα Θεό, σκέψου σε ποιον προσέρχεσαι, και σου είναι αρκετό για σωφροσύνη το αξιόπιστο εκείνου που πρόκειται να σου δώσει τη χάρη. Ρίξε το βλέμμα σου προς τον ουρανό και αναλογίσου με ποιον συνομιλείς. Διότι, εάν κάποιος συνομιλώντας με κάποιον άνθρωπο που έχει ανεβεί λίγο τις ανθρώπινες τιμές, και αν ακόμη είναι ο πιο αδιάφορος από όλους, οπωσδήποτε τότε συγκεντρώνει τον εαυτό του και κάνει πιο προσεκτική την ψυχή του, πολύ περισσότερο αν σκεφθούμε εμείς, ότι συνομιλούμε με τον Κύριο των αγγέλων, θα μας γίνει αυτό σπουδαία αφορμή για να γίνομε προσεκτικοί. Αν όμως χρειάζεται ν' αναφέρω και κάποια άλλη μέθοδο, με την οποία θα μπορέσομε ν' άποφύγομε την αδιαφορία αυτή, εκείνο θα μπορούσα να πω. Πολλές φορές, αφού κάναμε την προσευχή μας, φύγαμε χωρίς ν' σκούσομε τίποτε από εκείνα που είπαμε. Αν λοιπόν σκεφθούμε αυτό, αμέσως θ' αποκτήσομε και πάλι την προθυμία γι' αυτήν· και αν πάλι πάθομε το ίδιο, ας επαναλάβομε αυτήν γιά τρίτη και τέταρτη φορά, και να μη σταματήσομε προηγουμένως την προσευχή μας, μέχρι που να την πουμε ολόκληρη με σκέψη και καρδιά γεμάτη από σωφροσύνη. Αν αντιληφθεί ο διάβολος, ότι δεν απομακρυνόμαστε από την προσευχή μας προηγουμένως, μέχρι που να την πούμε με προθυμία και με καρδιά και σκέψη γεμάτη από σωφροσύνη, θ' απομακρυνθεί στο εξής ο πανούργος, γνωρίζοντας ότι δεν θα κερδίσει τίποτε από την επιβουλή του αυτή, παρά το να μας αναγκάζει να επαναλαμβάνομε την ίδια προσευχή.
Πολλά τραύματα, αγαπητοί, καθημερινά δεχόμαστε από τους δικούς μας και τους ξένους στην αγορά, στο σπίτι, από τα δημόσια πράγματα, από τα ιδιωτικά, από τους γείτονες, από τους φίλους. Σ' όλα εκείνα τα τραύματα ας θέσομε φάρμακα κατά την ώρα της προσευχής. Διότι ο Θεός έχει τη δύναμη, εάν προσέλθομε σ' αυτόν με σκέψη γεμάτη από σωφροσύνη, με ψυχή κυριευμένη από τη φλόγα του πόθου μας γι' αυτόν, και με θερμή συνείδηση και του ζητήσομε συγγνώμη, να μας δώσει τη συγχώρηση για όλα τα αμαρτήματά μας, την οποία εύχομαι όλοι μας να επιτύχομε με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα ανήκει η δόξα και στο άγιο Πνεύμα, στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Γι' αυτό κατά τη διάρκεια αυτής πολλοί αυξάνουν την προσπάθεια· και άλλοι μεν αυξάνουν τη νηστεία, άλλοι τις ιερές αγρυπνίες, και άλλοι κάνουν πλουσιότερη την ελεημοσύνη, επιβεβαιώνοντας με την προθυμία για καλές πράξεις και με την αυξημένη ευλάβεια στις εκδηλώσεις της ζωής το μέγεθος της ευεργεσίας που έγινε από το Θεό σε μας. Διότι, όπως ακριβώς, όταν ο Κύριος ανέστησε το Λάζαρο, έτρεχαν να δουν αυτόν όλοι οι κάτοικοι των Ιεροσολύμων και το πλήθος αυτό επιβεβαίωνε ότι ο Χριστός ανέστησε το νεκρό (διότι η προθυμία εκείνων που βγήκαν για να τον δουν ήταν απόδειξη του θαύματος), έτσι λοιπόν και η τωρινή προθυμία για τη μεγάλη αυτή εβδομάδα, είναι δείγμα και απόδειξη του μεγέθους των κατορθωμάτων που πραγματοποιήθηκαν κατ' αυτήν.
Διότι δεν ερχόμαστε σήμερα από μία μόνο πόλη για να συναντήσομε και να δούμε το Χριστό, ούτε μόνο από τα Ιεροσόλυμα, αλλ' απ' όλη την οικουμένη άπειρα πλήθη εκκλησιών από παντού βγαίνουν για να συναντήσουν τον Ιησού, κρατώντας στα χέρια τους και σείοντας όχι βάγια φοινίκων, αλλά προσφέροντας στον Κύριο Χριστό ελεημοσύνη, φιλανθρωπία, αρετή, νηστεία, δάκρυα, προσευχές, αγρυπνίες και κάθε άλλη ευλάβεια.
Και δεν τιμούμε αυτήν την εβδομάδα μόνο εμείς, αλλά και οι βασιλείς της οικουμένης, που έχουν τιμήσει αυτήν όχι κατά τρόπο τυχαίο, αλλ' όρισαν ν' απέχουν από την εργασία τους όλοι εκείνοι που ασχολούνται με τις κοινές υποθέσεις των πόλεων, ώστε, απολαμβάνοντας την αργία από εκείνες, ν' αφιερώνουν όλες αυτές τις ημέρες στην πνευματική φροντίδα. Γι' αυτό έκλεισαν και τις πόρτες των δικαστηρίων. Ας σταματάει, λέγει, κάθε διαφωνία και κάθε είδος διαμάχης και τιμωρίας, ας αναπαυθούν για λίγο τα χέρια των δημίων. Τα κατορθώματα του Κυρίου έγιναν για όλους· ας γίνει λοιπόν κάποιο καλό και από εμάς τους δούλους. Και δεν έχουν τιμήσει αυτήν μόνο με αυτή τη φροντίδα και την τιμή, αλλά και με άλλη όχι κατώτερη απ' αυτήν. Στέλνουν βασιλικά γράμματα, που προστάζουν ν' αφήνονται ελεύθεροι οι φυλακισμένοι στα δεσμωτήρια. Διότι, όπως ακριβώς ο Κύριός μας, κατεβαίνοντας στον άδη, ελευθέρωσε όλους εκείνους που βρίσκονταν κάτω από την εξουσία του θανάτου, έτσι λοιπόν και οι δούλοι, προσφέροντας τα κατά δύναμη και μιμούμενοι τη φιλανθρωπία του Κυρίου, ελευθερώνουν από τα αισθητά δεσμά, επειδή δεν μπορούν να ελευθερώσουν από τα πνευματικά.
2. Αυτή την εβδομάδα τιμάμε και εμείς και βγήκα και εγώ μαζί σας αντί για φοίνικες προσφέροντας το λόγο της διδασκαλίας, καταβάλλοντας τα δύο λεπτά όπως ακριβώς η χήρα. Βγήκαν τότε εκείνοι κρατώντας βάγια φοινίκων και φώναζαν και έλεγαν «Δόξα σ' εκείνον που βρίσκεται στους ουρανούς· ας είναι ευλογημένος εκείνος που έρχεται στο όνομα του Κυρίου». Ας βγούμε και εμείς να τον προϋπαντήσομε, και αντί για βάγια φοινίκων, παρουσιάζοντας προαίρεση γεμάτη με αφθονία καρπών και ας φωνάζομε δυνατά αυτά ακριβώς που ψάλλαμε σήμερα· «Ανάπεμπε, ψυχή μου, στον Κύριο ύμνο δοξολογίας· θ' ανυμνώ τον Κύριο σ' όλη μου τη ζωή». Και εκείνα τα λόγια είναι του Δαυίδ και αυτά· ή καλύτερα ούτε εκείνα είναι του Δαυίδ, ούτε αυτά, αλλά και τα δύο είναι της χάριτος του Πνεύματος. Διότι μίλησε βέβαια και είπε τα λόγια ο προφήτης, όμως κίνησε τη γλώσσα του προφήτη ο Παράκλητος. Γι' αυτό λέγει· «Η γλώσσα μου κινείται σαν τη γραφίδα ταχυγράφου γραφέα». Όπως ακριβώς η γραφίδα δεν γράφει μόνη της, αλλ' από τις διαταγές του χεριού που κινεί αυτήν, έτσι λοιπόν και η γλώσσα των προφητών δεν μιλούσε μόνη της, αλλ' από την εξουσία της χάριτος του Θεού.
Αλλά για ποιό λόγο δεν είπε απλώς «η γλώσσα μου κινείται σαν τη γραφίδα του γραφέα», αλλ' είπε, «σαν τη γραφίδα ταχυγράφου γραφέα»; Για να μάθεις, ότι η σοφία είναι του Πνεύματος· γι' αυτό και είναι μεγάλη η ευκολία με την οποία λέγεται και μεγάλη η ταχύτητα αυτής. Διότι όταν οι άνθρωποι ομιλούν από μόνοι τους, στοχάζονται, σκέπτονται, αργούν να μιλήσουν, κάμνουν πολύ χρόνο, ενώ εκεί, επειδή τα λόγια ανέβλυζαν σαν ακριβώς από κάποια πηγή και δεν υπήρχε κανένα εμπόδιο, αλλά την ταχύτητα της γλώσσας την νικούσε η ροή των νοημάτων, γι' αυτό έλεγε· «Η γλώσσα μου κινείται σαν τη γραφίδα ταχυγράφου γραφέα». Αναβλύζει, λέγει, κάτω τα νάματα με μεγάλη αφθονία. Γι' αυτό και είναι μεγάλη η ταχύτητα. Δεν χρειαζόμαστε σκέψη, ούτε μελέτη και κόπο. Αλλ' ας δούμε τι λέγει.
«Πρόσφερνε, ψυχή μου, στον Κύριο ύμνο δοξολογίας». Αυτά και εμείς ας ψάλομε σήμερα μαζί με τον Δαυίδ. Διότι, αν και δεν παραβρίσκεται εδώ με το σώμα, όμως παραβρίσκεται με το πνεύμα. Και ότι βρίσκονται κοντά μας οι άγιοι και ψάλλουν μαζί με μας, άκουσε τι λέγει ο Αβραάμ προς τον πλούσιο. Διότι, όταν εκείνος του είπε, «Στείλε τον Λάζαρο, ώστε οι αδελφοί μου, αφού μάθουν τα όσα συμβαίνουν εδώ στον άδη, να διορθωθούν, λέγει προς αυτόν· Έχουν τον Μωυσή και τους προφήτες». Αλλ' όμως ο Μωϋσής και όλοι οι προφήτες πέθαναν σωματικά εδώ και πολλά χρόνια, και είχαν αυτούς με τα γραφόμενά τους. Διότι, εάν κάποιος πάρει στά χέρια του την άψυχη φωτογραφία κάποιου παιδιού ή φίλου, νομίζει ότι βρίσκεται εκεί παρών ο πεθαμένος και με την άψυχη φωτογραφία φαντάζεται αυτόν, πολύ περισσότερο εμείς με τις θείες Γραφές απολαμβάνομε τη συντροφιά των αγίων, έχοντας όχι τις φωτογραφίες των σωμάτων τους, αλλά των ψυχών τους. Διότι τα όσα λέχθηκαν απ' αυτούς είναι εικόνες των ψυχών τους. Θέλεις να μάθεις, ότι ζουν οι άγιοι και παραβρίσκονται εδώ; Κανένας δεν ονομάζει τους πεθαμένους μάρτυρες, ενώ ο Χριστός ονόμασε αυτούς μάρτυρες της θεότητάς του, και πριν απ' αυτούς τον ίδιο τον Δαυίδ, για να σε διδάξει ότι ζει. Διότι, επειδή οι Ιουδαίοι είχαν αμφιβολίες γι' αυτόν, λέγει προς αυτούς· «Ποιά είναι η γνώμη σας για το Χριστό; Ποίου υιός είναι; Απαντούν προς αυτόν· Του Δαυίδ. Λέγει προς αυτούς· Πώς λοιπόν ο Δαυίδ φωτισμένος από το Πνεύμα, τον ονομάζει Κύριο, λέγοντας, "είπε ο Κύριος στον Κύριό μου, κάθισε στα δεξιά μου;'». Είδες πώς ο Δαυίδ ζει; Διότι, εάν δεν ζούσε, δεν θα ονόμαζε αυτόν μάρτυρα της θεότητάς του. Και δεν είπε, 'Πώς λοιπόν ο Δαυίδ εμπνευσμένος από το Πνεύμα ονόμασε αυτόν Κύριο', αλλά «Κύριο αυτόν ονομάζει;», για να δείξει ότι ακόμη βρίσκεται εδώ και ομιλεί με τα όσα έγραψε.
Έψαλλε κάποτε ο Δαυίδ τον Κύριο με ύμνους, και εμείς ας ψάλομε σήμερα μαζί με τον Δαυίδ. Εκείνος είχε κιθάρα με άψυχες χορδές, η εκκλησία όμως έχει κιθάρα που αποτελείται από έμψυχες χορδές. Οι γλώσσες μας είναι χορδές της κιθάρας, που αφήνουν ν' ακουσθούν βέβαια διάφορα λόγια, αλλ' είναι αυτά σύμφωνα με την ευσέβεια. Καθόσον και γυναίκες και άνδρες και γέροι και νέοι, είναι βέβαια χωρισμένοι ως προς την ηλικία, δεν είναι όμως χωρισμένοι ως προς την υμνωδία· διότι το Πνεύμα, συνενώνοντας τη φωνή του καθενός, παρουσιάζει μία τη μελωδία όλων, όπως και ο ίδιος ο Δαυίδ δήλωσε, προσκαλώντας κάθε ηλικία και κάθε φύση προς τη συμφωνία αυτή και λέγοντας «Κάθε τι που ζει και έχει πνοή ας δοξολογήσει τον Κύριο». «Πρόσφερε, ψυχή μου, ύμνο δοξολογίας στον Κύριο». Για ποιό λόγο άφησε έξω από την υμνωδία τη σάρκα; Για ποιό λόγο δεν λέγει τίποτε για το σώμα; άραγε χώρισε στα δύο τον άνθρωπο; Καθόλου, αλλά πρώτα παροτρύνει προς δοξολογία τον τεχνίτη. Το ότι δεν χώρισε το σώμα από την ψυχή, άκουσε αλλού τί λέγει· «Θεέ μου, Θεέ μου, προς εσένα απευθύνω, πριν ακόμη ξημερώσει, την προσευχή μου. Σε πόθησε υπερβολικά η ψυχή μου, καθώς και η σάρκα μου κάθε φορά μέσα στην έρημη χώρα». Αλλά, λέγει, δείξε μου και τη σάρκα που να καλείται να υμνήσει το Θεό. «Ευλόγα, ψυχή μου, τον Κύριο, και όλες οι εσωτερικές μου δυνάμεις ευλογείτε το όνομα το άγιο αυτού». Είδες και το σώμα που συμμετέχει στη μουσική συμφωνία; Τι τέλος πάντων σημαίνει, «Και όλα τα εντός μου ευλογείτε το όνομα το άγιο αυτού»; Τα νεύρα, λέγει, τα οστά, τις φλέβες, τις αρτηρίες και όλα τα εσωτερικά μόρια.
3. Και πώς μπορούν τα εσωτερικά μας όργανα να ευλογούν το Θεό; Φωνή δεν έχουν, στόμα δεν έχουν, γλώσσα δεν έχουν. Διότι η ψυχή βέβαια μπορεί, τα όργανα όμως που βρίσκονται μέσα μας πώς μπορούν να ευλογούν το Θεό, τη στιγμή που δεν έχουν ούτε φωνή, ούτε γλώσσα, ούτε και στόμα; Όπως ακριβώς «οι ουρανοί διηγούνται τη δόξα Θεού». Διότι, όπως ακριβώς οι ουρανοί, που δεν έχουν γλώσσα, ούτε στόμα, ούτε και χείλη, αλλά με το κάλλος που παρουσιάζουν δημιουργούν έκπληξη στους θεατές και με το θαυμασμό που προξενούν σ' αυτούς τους οδηγούν στην δοξολογία εκείνου που δημιούργησε αυτούς, έτσι λοιπόν και τα εντός μας όργανα, εάν τα εξετάσεις όλα με τη σκέψη, εάν σκεφθείς τη διαφορά της ποιότητας αυτών, της ενέργειας, της δυνάμεως, της συμφωνίας, της διαπλάσεως, της θέσεως, του ρυθμού και της αρμονίας αυτών, θ' αναφωνήσεις εκείνα τα προφητικά λόγια· «Πόσο μεγάλα και θαυμαστά είναι τα έργα σου, Κύριε! όλα με σοφία τα δημιούργησες». Είδες πώς ευλογούν τα εσωτερικά μας όργανα το Θεό χωρίς φωνή και στόμα και γλώσσα; Για ποιό λόγο λοιπόν απευθύνει το λόγο του προς την ψυχή; Για να μη ονειροπολεί αυτή καθώς η γλώσσα θα εξυμνεί το Θεό, πράγμα που πολλές φορές παθαίνομε και στις προσευχές και στις υμνωδίες· για να υπάρχει και από τα δύο μέρη η μουσική συμφωνία. Διότι, όταν προσεύχεσαι και δεν ακούσεις τα λόγια του Θεού, πώς ο Θεός θ' ακούσει την προσευχή σου; Όταν λοιπόν λέγει, «Πρόσφερε, ψυχή μου, ύμνο δοξολογίας στον Κύριο», αυτό εννοεί, μέσα από την ψυχή και από το βάθος της καρδιάς ν' αναπέμπονται οι παρακλήσεις. Διότι και ο Παύλος λέγει· «Θα προσεύχομαι με το πνεύμα μου, αλλά θα προσεύχομαι και με το νου μου».
Η ψυχή είναι ένας μουσικός, είναι ένας τεχνίτης, ενώ το σώμα είναι όργανο, που κατέχει τη θέση της κιθάρας, του αυλού και της λύρας. Οι άλλοι λοιπόν μουσικοί δεν βρίσκονται διαρκώς με όλα τα όργανα, αλλ' άλλοτε κρατούν αυτά στα χέρια τους και άλλοτε τ' αφήνουν διότι ο καιρός της μελωδίας δεν είναι γι' αυτούς διαρκής· γι' αυτό ακριβώς ούτε και μεταχειρίζονται διαρκώς τα όργανα· εσένα όμως ο Θεός θέλοντας να σε διδάξει, ότι οφείλεις πάντοτε ν' ανυμνείς και να δοξάζεις αυτόν, ένωσε για πάντα το όργανο με τον τεχνίτη. Το ότι πρέπει πάντοτε ν' ανυμνούμε αυτόν, άκουσε τι λέγει ο Απόστολος· «Αδιάκοπα να προσεύχεσθε, και για κάθε τι να ευχαριστείτε το Θεό». Επειδή λοιπόν πρέπει αδιάκοπα να προσευχόμαστε, είναι αδιάκοπα συνδεμένο το όργανο με τον τεχνίτη. «Δόξαζε, ψυχή μου, τον Κύριο». Την παλιά εποχή αυτά τα λόγια έλεγε ο Δαυίδ με μία γλώσσα, ενώ τώρα, επειδή πέθανε αυτός, αυτά τα λέγει με αμέτρητες γλώσσες, όχι μόνο με τις δικές μας, αλλά και από ολόκληρη την οικουμένη. Είδες ότι δεν πέθανε, αλλά ζει; Διότι πώς πέθανε, εκείνος που έχει τόσες γλώσσες και ομιλεί με τόσα στόματα; Πραγματικά είναι σπουδαίο πράγμα ο ύμνος προς το Θεό· διότι καθαρίζει την ψυχή μας και μας δημιουργεί μεγάλη ευλάβεια.
Θέλεις να μάθεις πόση είναι η δύναμη των ύμνων προς το Θεό; Υμνολογώντας τα τρία παιδιά τον Κύριο, έσβησαν με τον τρόπο αυτό τη βαβυλώνια κάμινο· ή καλύτερα δεν την έσβησαν, αλλ' επέτυχαν εκείνο που ήταν άξιο μεγαλυτέρου θαυμασμού, καταπάτησαν με τα πόδια τους τη φλόγα, που κατέκαιε, σαν πηλό. Αυτός ο ύμνος, όταν ο Παύλος κλείσθηκε στη φυλακή, έλυσε τα δεσμά, άνοιξε τις πόρτες της φυλακής, συγκλόνισε τα θεμέλια αυτής, και προξένησε μεγάλη κατάπληξη και φόβο στον δεσμοφύλακα. Διότι, λέγει, κατά τα μεσάνυχτα ο Παύλος και ο Σίλας έψαλλαν ύμνους στο Θεό. Στη συνέχεια τι συνέβηκε; Τι; Το πρωτάκουστο και παράδοξο εκείνο· τα δεσμά λύθηκαν, οι δεμένοι έδεσαν τους λυμένους· πραγματικά γνώρισμα των δεσμών είναι το να κρατείται με μεγάλη προσοχή ο φυλακισμένος και να βρίσκεται υπό την εξουσία του δεσμοφύλακα· τώρα όμως ο ελεύθερος δεσμοφύλακας ήρθε και έπεσε μπροστά στα πόδια του φυλακισμένου Παύλου. Διότι η φύση των υλικών δεσμών είναι το να κρατούν κάτω από τη δύναμή τους τον φυλακισμένο, ενώ η δύναμη των δεσμών, που υφίσταται κανείς για χάρη του Χριστού, είναι τόσο μεγάλη, ώστε να θέτουν κάτω από την εξουσία των φυλακισμένων τούς ελεύθερους. Έβαλε αυτούς στην πιο βαθιά φυλακή, και ενώ βρίσκονταν μέσα, άνοιξαν τις εξωτερικές πόρτες. Έδεσε τα πόδια τους στο ξύλο για μεγαλύτερη ασφάλεια, και τα πόδια αυτών τα δεμένα για ασφάλεια έλυσαν τα χέρια των άλλων.
Στη συνέχεια, λέγει, έπεσε ο δεσμοφύλακας στα πόδια αυτού, γεμάτος από φόβο και τρόμο, με αναστεναγμούς, με αγωνία και δάκρυα. Μά τι τέλος πάντων συνέβηκε; δεν τους έδεσες συ; δεν τους τοποθέτησες συ σε ασφαλές μέρος; Και γιατί απορείς, άνθρωπε, εάν άνοιξε τη φυλακή, τη στιγμή βέβαια που έλαβε εξουσία ν' ανοίγει και τους ουρανούς; «Όσα θα δέσετε στη γη», λέγει, «θα είναι δεμένα στους ουρανούς, και όσα θα λύσετε στη γη θα είναι λυμένα στους ουρανούς». Έλυσε τα δεσμά αμαρτημάτων· τι απορείς, εάν λύνει τα σιδερένια δεσμά; Έλυσε τα δεσμά των δαιμόνων, ελευθέρωσε ψυχές που ήταν δεμένες απ' αυτούς· και τι απορείς, εάν έσπασε τις αλυσίδες των δεσμωτών; Και πρόσεχε διπλό θαύμα· έλυσε πάλι και έδεσε. Διότι έλυσε τα δεσμά αλλ' έδεσε την καρδιά αυτών. Το ότι βέβαια ήταν λυμένοι δεν το γνώριζαν. Άνοιξε και έκλεισε πόρτες· πραγματικά άνοιξε τις πόρτες της φυλακής, αλλ' έκλεισε τα μάτια της καρδιάς των δεσμωτών, ώστε να μη βλέπουν ότι ήταν ανοιγμένες οι πόρτες εκείνες, για να μη συμβεί, κυριευμένοι από φόβο, να τραπούν σε φυγή. Είδες ότι και δένει και λύνει, και ανοίγει και κλείνει;
4. Γι' αυτό αυτά συνέβηκαν μέσα στη νύχτα, για να γίνονται αθόρυβα και χωρίς καμιά ταραχή. Διότι οι απόστολοι τίποτε δεν έκαμναν για επίδειξη ούτε από φιλοδοξία. Έπεσε ο αρχιδεσμοφύλακας στα πόδια αυτού. Τι έκανε τότε ο Παύλος; Είδες το θαύμα αυτού; είδες τα παράδοξα έργα αυτού; Πρόσεξε και τη φροντίδα αυτού, πρόσεξε και τη φιλανθρωπία αυτού. «Φώναξε», λέγει, «δυνατά και είπε· μη κάνεις κανένα κακό στον εαυτό σου, διότι όλοι είμαστε εδώ». Εκείνον που τον έδεσε με τον πιο σκληρό και απάνθρωπο τρόπο δεν τον άφησε να πεθάνει με απάνθρωπο τρόπο, δεν του κράτησε κακία. «Διότι όλοι είμαστε εδώ», λέγει. Πρόσεχε την έλλειψη αλαζονείας. Δεν είπε, "Αυτά τα παράδοξα τα έκανα εγώ", αλλά τι λέγει; «Διότι όλοι είμαστε εδώ». Ο Παύλος απαρίθμησε τον εαυτό του μαζί με τους δεσμώτες. Όταν εκείνος είδε όλα αυτά θαύμασε για το γεγονός, κυριεύθηκε από έκπληξη για το θαύμα, και ευχαρίστησε το Θεό. Πραγματικά ο δεσμοφύλακας ήταν άξιος μεγάλης φροντίδας και φιλανθρωπίας· δεν νόμισε ότι ήταν μαγικές επενέργειες τα όσα είχαν συμβεί.
Για ποιο λόγο λοιπόν δεν θεώρησε μαγικά εκείνα που συνέβηκαν; Άκουσε αυτούς να υμνούν το Θεό ο μάγος όμως ποτέ δεν υμνεί το Θεό. Πολλούς αγύρτες δέχθηκε εκεί μέσα, αφού ήταν δεσμοφύλακας, αλλά κανένας ποτέ από εκείνους δεν παρουσίασε τέτοιο έργο, δεν έλυσε δεσμά, δεν έδειξε τέτοια φροντίδα. Καθόσον ο Παύλος προτίμησε να μείνει μέσα στη φυλακή και να μη φύγει, για να σώσει εκείνον από το θάνατο. Διότι, λέγει, όρμησε μέσα κρατώντας στα χέρια του ξίφος και λαμπάδα· καθόσον ο διάβολος ήθελε με τη σφαγή του να του αφαιρέσει την ευκαιρία της μετάνοιας, αλλ' ο Παύλος με πολύ δυνατή φωνή κέρδισε πιο γρήγορα τη σωτηρία της ψυχής του. Διότι δεν φώναξε απλώς, αλλά με μεγάλη φωνή, λέγοντας «Όλοι είμαστε εδώ». Θαύμασε ο δεσμοφύλακας τη φροντίδα του, έπεσε στα πόδια του φυλακισμένου ο ελεύθερος, και τι λέγει; «Κύριοι, τι πρέπει να κάνω για να σωθώ;». Συ τους έδεσες, και συ βρίσκεσαι σε απορία; συ τους έδεσες στο ξύλο για ασφάλεια, και συ ψάχνεις να βρεις τρόπο μετάνοιας και σωτηρίας;
Είδες θερμότητα ψυχής; είδες προθυμία; Δεν ανέβαλε, αλλ' αφού απομάκρυνε το φόβο, δεν απομάκρυνε και την ευεργεσία, αλλ' αμέσως προχωρεί με ορμή στη σωτηρία της ψυχής του. Ήταν νύχτα και μάλιστα μεσάνυχτα. Δεν είπε, "Ας σκεφθούμε, ας ξημερώσει", αλλ' αμέσως έτρεξε προς τη σωτηρία. Αυτός ο άνθρωπος, λέγει, είναι κάποιος πολύ μεγάλος, που ξεπερνάει την ανθρώπινη φύση. Είδα το θαύμα αυτού, θαύμασα τη φιλανθρωπία του. Αν και έπαθε από μένα άπειρα κακά, βρισκόμενος στο χείλος του θανάτου, αφού με έπιασε στα χέρια του, εμένα που τον έδεσα, και ενώ μπορούσε να με φονεύσει, όχι μόνο δεν έκανε τίποτε, αλλά και, ενώ επρόκειτο να σφαγώ και να σύρω το ξίφος στο λαιμό μου, μ' εμπόδισε. Πολύ σωστά λέγει, «Κύριοι, τι πρέπει να κάνω για να σωθώ». Διότι βέβαια δεν προσέλκυαν εκείνους που πίστευαν μόνο τα θαύματα των αποστόλων, αλλά περισσότερο από τα θαύματα ο τρόπος ζωής του. Γι' αυτό λέγει· «Ας λάμψει το φως σας μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά έργα σας και να δοξάσουν τον Πατέρα σας τον ουράνιο».
Είδες θερμότητα του δεσμοφύλακα; Πρόσεχε και τη θερμότητα του Παύλου. Δεν ανέβαλε, δεν αδιαφόρησε, αλλ' ενώ βρίσκεται δέσμιος, ενώ είναι δεμένος στο ξύλο, και γεμάτος από πληγές, αμέσως δίδαξε αυτόν και μαζί μ' εκείνον και όλα τα μέλη της οικογένειάς του, και μετά από το πνευματικό λουτρό, και μετά από την πνευματική τράπεζα, πρόσφερε σ' αυτόν και την υλική. Αλλά για ποιο λόγο συγκλόνισε τα θεμέλια της φυλακής; Διότι ήθελε να ξυπνήσει τα δεσμοφύλακα και να δει εκείνα που γίνονταν· έλυσε τα υλικά δεσμά των φυλακισμένων μαζί του, για να λύσει τα πνευματικά δεσμά του δεσμοφύλακα. Το αντίθετο απ' αυτό έκανε ο Χριστός. Πλησίασε αυτόν κάποιος παράλυτος άνθρωπος, έχοντας διπλή παραλυσία, που η μία οφειλόταν στ' αμαρτήματά του, ενώ η άλλη ήταν σωματική. Πρώτα θεράπευσε την παραλυσία που οφειλόταν στ' αμαρτήματα, λέγοντας τα εξής· «Τέκνο μου, συγχωρούνται οι αμαρτίες σου». Έπειτα, επειδή αμφέβαλλαν εκείνοι και βλασφημούσαν και έλεγαν, «Κανένας δεν μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες, παρά μόνο ο Θεός», θέλοντας να τους δείξει, ότι πραγματικά είναι Θεός, θέλοντας να τους κρίνει από τα λόγια τους, για να μη διστάζει να λέγει, «από τα λόγια σου θα σε κρίνω», συ, λέγει, είπες, ότι κανένας δεν μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες, παρά μόνο ο Θεός· να συγχωρώ, λέγει, αμαρτίες, και γι' αυτό ομολόγησε τη θεότητά μου· από τη δική σου κρίση βγάζω την απόφαση. Αλλ' εκεί ο Χριστός πρώτα θεραπεύει την πνευματική αρρώστια, και έπειτα τη σωματική, ενώ εδώ συμβαίνει το αντίθετο, πρώτα λύθηκαν τα σωματικά δεσμά, και μετά τα πνευματικά.
Είδες πόσο μεγάλη είναι η δύναμη των ύμνων; Πόσα κατορθώνει η δοξολογία του Θεού; πόσα κατορθώνει η προσευχή; Πάντοτε βέβαια είναι μεγάλη η δύναμη της προσευχής, όταν όμως συνοδεύεται και από νηστεία, τότε κάμνει δυνατότερη την ψυχή. Τώρα υπάρχει σ' έμας μεγάλη σωφροσύνη των λογισμών, τώρα υπάρχει πνευματική διέγερση και η ψυχή προσέχει όλα τα ουράνια. Γι' αυτό η Γραφή πάντοτε σύνδεσε την προσευχή με τη νηστεία. Πώς και πότε; «Μη στερείτε ο ένας τον άλλο», λέγει, «εκτός και αν γίνει κοινή συμφωνία, για να αφιερωθείτε στην νηστεία και την προσευχή». Και πάλι αλλού λέγει· «Το γένος αυτό δεν βγαίνει, παρά μόνο με προσευχή και νηστεία». Καθώς και αλλού πάλι· «αφού προσευχήθηκαν» λέγει, «και νήστευσαν, έθεσαν τα χέρια τους επάνω σ' αυτούς».
5. Βλέπεις ότι παντού η προσευχή είναι ενωμένη με τη νηστεία; Διότι τότε αναπέμπεται από τη λύρα πιο ευχάριστη και πιο αξιόλογη μελωδία. Δεν είναι χαλαρωμένες οι χορδές, διαλυμένες από τη μέθη της πλεονεξίας, αλλ' είναι ισχυρός ο λογισμός, διεγερμένος ο νους, γεμάτη νηφαλιότητα η ψυχή. Έτσι πρέπει μόνο να πλησιάζομε το Θεό και να συνομιλούμε έχοντας την προσοχή μας συγκεντρωμένη μόνο προς αυτόν. Διότι, εάν, όταν έχομε να πούμε κάτι το σπουδαίο σε φίλους μας, τους παίρνομε σε κάποιο μέρος μόνους και έτσι συνομιλούμε, πολύ περισσότερο πρέπει αυτό να το κάνομε στην περίπτωση του Θεού· να κλεινόμαστε μέσα στο πιο απόμερο δωμάτιό μας και να προσευχόμαστε, ενώ θα επικρατεί μεγάλη ησυχία, και οπωσδήποτε τότε θα τα επιτύχομε όλα, εάν απευθύνομε την παράκλησή μας για το συμφέρον της ψυχής μας. Καθόσον είναι μεγάλο αγαθό η προσευχή, όταν γίνεται με καρδιά γεμάτη από ευχαρίστηση και με πνευματική διαύγεια. Και πώς θα είναι γεμάτη από ευχαρίστηση η καρδιά μας; Εάν ασκήσομε και συνηθίσομε τον εαυτό μας όχι μόνο να παίρνει, αλλά και όταν δεν ικανοποιηθεί το αίτημά μας να ευχαριστούμε το Θεό. Καθόσον ο Θεός άλλοτε μας δίνει αυτό που ζητάμε, και άλλοτε δεν μας το δίνει, αλλά και τα δύο τα κάνει για το συμφέρον μας. Ώστε, είτε λάβεις, είτε δεν λάβεις, έλαβες με το ότι δεν έλαβες· και είτε επιτύχεις στο αίτημά σου, είτε δεν επιτύχεις, επέτυχες με το ότι δεν επέτυχες σ' αυτό που ζητούσες. Καθόσον συμβαίνει, όταν δεν παίρναμε εκείνο που ζητάμε, να γίνεται αυτό πιο ωφέλιμο παρά αν το παίρναμε. Διότι, εάν πολλές φορές δεν ήταν προς το συμφέρον μας το να μη πάρομε αυτό που ζητάμε, οπωσδήποτε θα μας το έδινε πάντοτε, το να αποτύχει όμως το αίτημά μας, αλλά προς το συμφέρον μας, αποτελεί επιτυχία. Γι' αυτό και πολλές φορές αναβάλλει να ικανοποιήσει το αίτημά μας, όχι επειδή θέλει να μας απομακρύνει από κοντά του, αλλά με την καθυστέρηση της δόσεως επιδιώκει να κάνει διαρκή την επιμονή μας στο αίτημά μας. Διότι, επειδή, πολλές φορές, αφού πάρομε εκείνο που ζητάμε, σταματάμε μετά τη λήψη αυτού το ζήλο μας για προσευχή, θέλοντας ν' αυξήσει την επαγρύπνησή μας στις προσευχές μας, επιβραδύνει να μας δώσει αυτό που ζητάμε.
Το ίδιο κάνουν και οι φιλόστοργοι πατέρες· τα παιδιά τους που είναι αδιάφορα και τρέχουν στα παιδικά παιχνίδια, πολλές φορές τα κρατούν κοντά τους με την υπόσχεση πολύ μεγάλου δώρου· γι' αυτό άλλοτε αναβάλλουν τη δόση, και άλλοτε δεν το δίνουν καθόλου. Συμβαίνει πολλές φορές να είναι ασύμφορο εκείνο που ζητάμε, ο Θεός όμως που γνωρίζει πολύ καλύτερα εκείνο που μας συμφέρει, δεν μας δίνει εκείνα που ζητάμε με τις προσευχές μας, φροντίζοντας για την ωφέλειά μας, που εμείς δεν τη γνωρίζομε. Και τι το άξιο θαυμασμού, εάν εμείς δεν εισακουόμαστε, τη στιγμή βέβαια που αυτό συνέβηκε και στην περίπτωση του Παύλου; Καθόσον και εκείνος πολλές φορές απέτυχε σ' εκείνο που ζήτησε· και όχι μόνο δεν στενοχωρέθηκε, αλλά και ευχαρίστησε το Θεό· διότι λέγει· «Τρεις φορές παρακάλεσα τον Κύριο γι' αυτό»· το «Τρεις φορές» εδώ σημαίνει πολλές φορές.
Αλλ' εάν ο Παύλος πολλές φορές ζήτησε από το Θεό κάτι και δεν επέτυχε στο αίτημά του, πολύ περισσότερο λοιπόν πρέπει εμείς να επιμένομε στο αίτημά μας. Αλλ' ας δούμε, επειδή πολλές φορές ζήτησε κάτι από το Θεό και δεν το έλαβε, ποιά υπήρξε η συμπεριφορά του απέναντι στο γεγονός αυτό της μη ικανοποιήσεως του αιτήματός του. Όχι μόνο δεν λυπήθηκε, αλλά και καυχιέται επειδή δεν έλαβε εκείνο που ζητούσε. Διότι, αφού είπε, «τρεις φορές παρακάλεσα γι' αυτό τον Κύριο και μου είπε· Σου είναι αρκετή η χάρη μου· διότι η δύναμή μου αποδεικνύεται τέλεια εκεί που υπάρχει αδυναμία», πρόσθεσε, «Με μεγάλη μου λοιπόν ευχαρίστηση θα καυχηθώ για τις αδυναμίες μου».
6. Είδες ευγνωμοσύνη δούλου; Ζήτησε ν' απαλλαγεί από την ασθένειά του, αλλά δεν το ενέκρινε ο Θεός· και όχι μόνο δεν λυπήθηκε ο Παύλος, αλλά και καυχιέται για την ασθένειά του. Έτσι και εμείς ας προετοιμάσομε τις ψυχές μας, και είτε μας δώσει ο Θεός, είτε δεν μας δώσει αυτά που ζητάμε, εμείς ας ευχαριστούμε το Θεό και για τα δύο. Διότι και τα δύο μας τα κάνει ο Θεός για το συμφέρον μας. Εάν ανήκει στην εξουσία του το να δίνει, τότε λοιπόν στην εξουσία του ανήκει και το πότε να δώσει, τι να δώσει, και το να μη δώσει. Δεν γνωρίζεις σύ εκείνα που σε συμφέρουν, όπως αυτός γνωρίζει αυτά πάρα πολύ καλά. Πολλές φορές ζητάς βλαβερά και επικίνδυνα πράγματα, ο Θεός όμως που ενδιαφέρεται περισσότερο για τη σωτηρία σου, δεν προσέχει το αίτημά σου, αλλά πριν απ' αυτό φροντίζει παντού για το συμφέρον σου. Διότι, εάν οι σαρκικοί πατέρες δεν δίνουν στα παιδιά τους όλα εκείνα που ζητούν, όχι επειδή περιφρονούν αυτά, αλλ' επειδή κατ' εξοχή ενδιαφέρονται γι' αυτά, πολύ περισσότερο το κάμνει αυτό ο Θεός, ο οποίος και πάρα πολύ αγαπά, και περισσότερο από όλους γνωρίζει το συμφέρον μας.
Ας καταγινόμαστε λοιπόν με τις προσευχές διαρκώς, όχι μόνο κατά τη διάρκεια της ημέρας, αλλά και κατά τη διάρκεια της νύχτας. Διότι άκουσε τι λέγει ο ίδιος ο προφήτης· «Μέσα στα μεσάνυχτα σηκωνόμουν για να σε δοξολογήσω και να σ' ευχαριστήσω για τα δίκαια παραγγέλματά σου». Ενώ ήταν άνθρωπος βασιλιάς με τόσες πολλές φροντίδες, και του είχε δοθεί η εξουσία λαών και πόλεων και εθνών, φροντίζοντας για την ειρήνη, καταπαύοντας πολέμους, και βλέποντας πάντοτε γύρω του να στέκεται ένα απερίγραπτο πλήθος υποθέσεων, που δεν τον άφηναν ούτε για μια στιγμή ν' αναπνεύσει, αυτός όχι μόνο τις ημέρες, αλλά και τις νύχτες πρόσθετε στις προσευχές του. Εάν ο βασιλιάς, που ζει μέσα σε τόσες πολλές απολαύσεις, που έχει τόσες πολλές φροντίδες, που περικυκλώνεται από τόσες υποθέσεις, ούτε τη νύχτα ησύχαζε, αλλ' έκαμνε τις προσευχές του με μεγαλύτερη προθυμία και προσοχή από τους μοναχούς που ζουν στα όρη, ποιά συγγνώμη, πες μου, θα επιτύχομε εμείς, που, ενώ ζούμε μέσα σε τόση μεγάλη άνεση και προτιμούμε την ιδιωτική και χωρίς φροντίδες ζωή, όχι μόνο κοιμόμαστε όλες τις νύχτες, αλλ' ούτε κατά τη διάρκεια της ημέρας δεν κάμνομε με την πρέπουσα προσοχή τις καθιερωμένες προσευχές;
Είναι μεγάλο όπλο η προσευχή, είναι μεγάλο κόσμημα η προσευχή και ασφάλεια και λιμάνι και θησαυρός αγαθών και ασύλητος πλούτος. Όταν χρειαζόμαστε τη βοήθεια ανθρώπων, χρειάζεται και χρήματα να δαπανήσομε, και δουλοπρεπή κολακεία, και πολλές επισκέψεις και διαπραγματεύσεις. Διότι δεν είναι δυνατό πολλές φορές να συνομιλήσει κανείς απ' ευθείας μ' αυτούς τους κυρίους, αλλά πρέπει πρώτα να κολακεύσουν με χρήματα και λόγια με κάθε τρόπο υπηρέτες, οικονόμους και επιτρόπους αυτών, και τότε να μπορέσουν με τη μεσολάβηση εκείνων να λάβουν εκείνο που ζητούν στην περίπτωση όμως του Θεού δεν συμβαίνει το ίδιο· δεν δίνει τη χάρη του τόσο εύκολα όταν παρακαλείται από άλλους, όσο όταν παρακαλείται από μας τους ίδιους. Και στην περίπτωση αυτή έχομε κέρδος και όταν παίρνομε εκείνο που ζητάμε και όταν δεν το παίρνομε, ενώ στην περίπτωση των ανθρώπων πολλές φορές ζημιωθήκαμε και όταν πήραμε εκείνο που ζητούσαμε και όταν δεν το πήραμε.
Επειδή λοιπόν είναι μεγαλύτερο το κέρδος και μεγαλύτερη η ευκολία σ' εκείνους που πλησιάζουν το Θεό, ας μη περιφρονούμε την προσευχή. Διότι τότε θα συμφιλιωθείς και θα συνομιλήσεις καλύτερα μ' αυτόν, τότε σου δίνει ευκολότερα εκείνο που ζητάς, όταν συ ο ίδιος τον παρακαλείς, όταν η καρδιά σου είναι καθαρή, όταν οι λογισμοί σου συνοδεύονται από σωφροσύνη, όταν δεν τον παρακαλείς με αδιαφορία, πράγμα που κάμνουν πολλοί, και η μέν γλώσσα τους λέγει τα λόγια της προσευχής, ενώ η ψυχή περιφέρεται σε πολλά μέρη της οικίας, της αγοράς, των δρόμων. Αυτή είναι η όλη δολιότητα που επινόησε ο διάβολος. Επειδή δηλαδή γνωρίζει ότι κατά την ώρα εκείνη της προσευχής μπορούμε να επιτύχομε τη συγχώρηση των αμαρτιών μας, θέλοντας να μας φράξει το λιμάνι της προσευχής, εξεγείρεται κατά την ώρα εκείνη, απομακρύνει τη σκέψη μας από τα λόγια της προσευχής, ώστε να φύγομε ζημιωμένοι μάλλον, παρά κερδισμένοι.
Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, άνθρωπε, όταν προσέρχεσαι στα Θεό, σκέψου σε ποιον προσέρχεσαι, και σου είναι αρκετό για σωφροσύνη το αξιόπιστο εκείνου που πρόκειται να σου δώσει τη χάρη. Ρίξε το βλέμμα σου προς τον ουρανό και αναλογίσου με ποιον συνομιλείς. Διότι, εάν κάποιος συνομιλώντας με κάποιον άνθρωπο που έχει ανεβεί λίγο τις ανθρώπινες τιμές, και αν ακόμη είναι ο πιο αδιάφορος από όλους, οπωσδήποτε τότε συγκεντρώνει τον εαυτό του και κάνει πιο προσεκτική την ψυχή του, πολύ περισσότερο αν σκεφθούμε εμείς, ότι συνομιλούμε με τον Κύριο των αγγέλων, θα μας γίνει αυτό σπουδαία αφορμή για να γίνομε προσεκτικοί. Αν όμως χρειάζεται ν' αναφέρω και κάποια άλλη μέθοδο, με την οποία θα μπορέσομε ν' άποφύγομε την αδιαφορία αυτή, εκείνο θα μπορούσα να πω. Πολλές φορές, αφού κάναμε την προσευχή μας, φύγαμε χωρίς ν' σκούσομε τίποτε από εκείνα που είπαμε. Αν λοιπόν σκεφθούμε αυτό, αμέσως θ' αποκτήσομε και πάλι την προθυμία γι' αυτήν· και αν πάλι πάθομε το ίδιο, ας επαναλάβομε αυτήν γιά τρίτη και τέταρτη φορά, και να μη σταματήσομε προηγουμένως την προσευχή μας, μέχρι που να την πουμε ολόκληρη με σκέψη και καρδιά γεμάτη από σωφροσύνη. Αν αντιληφθεί ο διάβολος, ότι δεν απομακρυνόμαστε από την προσευχή μας προηγουμένως, μέχρι που να την πούμε με προθυμία και με καρδιά και σκέψη γεμάτη από σωφροσύνη, θ' απομακρυνθεί στο εξής ο πανούργος, γνωρίζοντας ότι δεν θα κερδίσει τίποτε από την επιβουλή του αυτή, παρά το να μας αναγκάζει να επαναλαμβάνομε την ίδια προσευχή.
Πολλά τραύματα, αγαπητοί, καθημερινά δεχόμαστε από τους δικούς μας και τους ξένους στην αγορά, στο σπίτι, από τα δημόσια πράγματα, από τα ιδιωτικά, από τους γείτονες, από τους φίλους. Σ' όλα εκείνα τα τραύματα ας θέσομε φάρμακα κατά την ώρα της προσευχής. Διότι ο Θεός έχει τη δύναμη, εάν προσέλθομε σ' αυτόν με σκέψη γεμάτη από σωφροσύνη, με ψυχή κυριευμένη από τη φλόγα του πόθου μας γι' αυτόν, και με θερμή συνείδηση και του ζητήσομε συγγνώμη, να μας δώσει τη συγχώρηση για όλα τα αμαρτήματά μας, την οποία εύχομαι όλοι μας να επιτύχομε με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα ανήκει η δόξα και στο άγιο Πνεύμα, στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
αναρτήθηκε πρώτη φορά από ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου